Ξεκινώντας για την επάνοδο στην Αθήνα, ο Θησέας που στο μεταξύ η λύπη του για την Αριάδνη είναι μεγάλη, είναι τόσο βαρύθυμος ώστε φθάνοντας ανοικτά του Σαρωνικού λησμόνησε να κατεβάσει τα μαύρα ιστία και να ανεβάσει τα λευκά, όπως....
είχε παραγγείλει ο πατέρας του Αιγεύς.
Aντικρίζοντας την είσοδο του πλοίου με τα μαύρα πανιά o Αιγεύς, δεν αντέχει στην είδηση του αναμενόμενου θλιβερού αγγέλματος, νομίζοντας τον γιό του νεκρό, και πέφτοντας από τον βράχο, δίνει τραγικό τέλος στην ζωή του!
«…λυπούμενος δὲ Θησεὺς ἐπ” Ἀριάδνῃ καταπλέων ἐπελάθετο πετάσαι τὴν ναῦν λευκοῖς ἱστίοις. Αἰγεὺς δὲ ἀπὸ τῆς ἀκροπόλεως τὴν ναῦν ἰδὼν ἔχουσαν μέλαν ἱστίον, Θησέα νομίσας ἀπολλέναι ῥίψας ἑαυτὸν μετήλλαξε…» (Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Επιτομή 1, παραγρ. 10).
Ο Πλούταρχος πάλι μας λέει ότι το λάθος ήταν του κυβερνήτη ο οποίος συνεπαρμένος από την μεγάλη χαρά της νίκης, ξέχασε να σηκώσει τα λευκά πανιά:
22.1 « …τῇ δὲ Ἀττικῇ προσφερομένων ἐκλαθέσθαι μὲν αὐτόν, ἐκλαθέσθαι δὲ τὸν κυβερνήτην ὑπὸ χαρᾶς ἐπάρασθαι τὸ ἱστίον ᾧ τὴν σωτηρίαν αὐτῶν ἔδει γνώριμον τῷ Αἰγεῖ γενέσθαι· τὸν δὲ ἀπογνόντα ῥῖψαι κατὰ τῆς πέτρας ἑαυτὸν καὶ διαφθαρῆναι.» (Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Περί Θησέως)
Κατεβαίνοντας στο Φάληρο ο Θησέας στέλνει τον Κήρυκα να αναγγείλει την επιτυχή έκβαση της αποστολής, αλλά αυτός βρίσκει άλλους να πενθούν για τον θάνατο του Αιγέα άλλους να χαίρονται για την νίκη του Θησέα που τους απελευθέρωσε από τον βαρύ φόρο αίματος προς τους Κρήτες!
Στην συνέχεια γυρνά στο Φάληρο όπου ο Θησέας θυσίαζε για την επάνοδο στην Πατρίδα. Μετά την θυσία,του ανήγγειλε τον τραγικό θάνατο του πατέρα του. Και τότε εκείνος τους επέτρεψε να στεφανόσουν μόνον το Κηρύκειο και όχι τον Κήρυκα, λόγω του πένθους.
Και στις σπονδές οι παρευρισκόμενοι εκφωνούσαν «Ελελεύ, Ιού, Ιού» . Το «Ελελεύ» ήταν επιφώνημα σπονδής και πολεμικού παιάνα και το «Ιού, Ιού» ταραχής και εκπλήξεως. Από τότε λέγεται ότι καθιερώθηκε αυτό κατά την εορτή των Ωσχοφρίων.
Τα Ωσχοφόρια ήταν μια εορτή με πομπή νέων Αθηναίων με κλαδιά αμπέλου στα χέρια που κατευθύνονταν από τον Ναό του Βάκχου σ” αυτόν της Σκιράδος Αθηνάς.
Έτσι όλοι μαζί παίρνουν τον δρόμο προς την πόλη θρηνώντας. Εκεί ο Θησέας θάβει τον αγαπημένο του πατέρα και γιορτάζει τα Πυανέψια. Στην συνέχεια αφιερώνει την Ειρεσιώνη στον Απόλλωνα.
Η Ειρεσιώνη (από το είρος, έριον= μαλλί προβάτου) ήταν κλαδί ελιάς ή δάφνης στολισμένο με τους φθινοπωρινούς καρπούς και με κόκκινο και λευκό μαλλί και τους πρώτους φθινοπωρινούς καρπούς (σύκα, καρύδια, αμύγδαλα, κάστανα, δημητριακά).
Αποτελούσε σύμβολο ευφορίας και αφιερωνόταν στην Αθηνά ή τον Απόλλωνα αλλά και στην Ώρα. Εορταζόταν κατά την έβδομη ημέρα του μηνός Πυανεψίωνος ( 15 Οκτωβρίου- 15 Νοεμβρίου) . Το κρατούσαν παιδιά που και οι δυό γονείς τους ήταν ζωντανοί και γυρνούσαν σπίτι –σπίτι και τραγουδούσαν λαμβάνοντας κάποιο φιλοδώρημα από τους νοικοκύρηδες.
Τέλος το κρεμούσαν πάνω από τις πόρτες των σπιτιών τους ή των ναών για να ευχαριστήσουν τους Θεούς για την γονιμότητα της Γής. Έμενε δε εκεί έως την επόμενη χρονιά που θα κρεμούσαν το νέο κλαδί ενώ το παλιό το έκαιγαν.
Μάλιστα από τον Πλούταρχο έχουμε και το αντίστοιχο τραγουδάκι :
«Ειρεσιώνη σύκα φέρει και πίονας άρτους
και μέλι εν κοτύλη και έλαιον αναψήσασθαι
και κύλικ’ εύζωρον, ως αν μεθύουσα καθεύδη»
δηλαδή: «Η Ειρεσιώνη σου φέρνει σύκα και αφράτα ψωμι
και μέλι μέσα στο ποτήρι και λάδι για να ψήσεις
και μπουκάλι γεμάτο για να μεθύσεις και να κοιμηθείς γλυκά»
(Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Περί Θησέως)
Ο Θησέας λοιπόν γίνεται ο δέκατος Βασιλιάς των Αθηνών, η βασιλεία του οποίου αποτέλεσε την απαρχή προς τον δρόμο της Δημοκρατίας! Επειδή οι δώδεκα πόλεις της Αττικής είχαν η καθεμιά δική της διοίκηση και Πρυτανείο και όπου πολλές φορές οι διαμάχες δι’ ασήμαντο αφορμή δημιουργούσαν σοβαρά προβλήματα έως και τοπικούς πολέμους, ο Θησέας άρχισε να περιέρχεται τις πόλεις και τους καλούσε σε ομόνοια και συμπόρευση υπό το καθεστώς μιάς πιο δίκαιης άσκησης εξουσίας, όχι από βασιλιά αλλά μάλλον από έναν θεματοφύλακα των νέων νόμων ισονομίας που θα έμπαιναν σε ισχύ. Εξ’ ού και το περίφημο « Δευρ’ ίτε πάντες λεώς έπί ίσομερίαν».
« ἔτι δὲµᾶλλον αὐξῆσαι τὴν πόλιν βουλόµενος ἐκάλει πάντας ἐπὶ τοῖς ἴσοις, καὶ τὸ»δεῦρ᾽ ἴτε πάντες λεῴ» κήρυγµα Θησέως γενέσθαι φασὶ»( Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Θησεύς. Κεφ. 25, παραγρ. 1)
Η προτροπή αυτή του Θησέα βεβαίως για τους μη έχοντες και κατέχοντες φαινόταν όντως θετικότατη, αλλά για εκείνους που ανήκαν στην κατηγορία των πλουσίως εχόντων η δυσανασχέτηση και καχυποψία ήταν εμφανής! Κι’ εκείνους όμως ο Θησέας επέτυχε με τον λόγο του να τους κάνει να υποδεχθούν την νέα αυτή κοινωνικοπολιτική κατάσταση υποσχόμενος πως δεν θα υπάρξει πλέον βασιλεία και πως και ο ίδιος αν και νόμιμος βασιλιάς θα αρκεστεί στον ρόλο του θεματοφύλακα των νόμων και στρατευμένο υπηρέτη της Δημοκρατίας.
Με τον τρόπο αυτό άνοιξε ο δρόμος της σύμπραξης και συνένωσης των δώδεκα πόλεων της Αττικής σε μία, όπου μάλιστα εδημιουργήθη και ένα μόνον Πρυτανείο για όλες και πολίτευμα που βασιζόταν στην λαϊκή εξουσία, δηλαδή Δημοκρατικό.
Στον Όμηρο βλέπουμε να ονομάζεται Δήμος μόνον οι Αθηναίοι, πράγμα που αποδεικνύει πως τα θεμέλια της Δημοκρατίας είναι αναμφίβολα βαλμένα από τον Θησέα και την εποχή του, πολύ πρό του Κλεισθένους! Αι Αθήναι ήσαν πια ένα ιστορικό γεγονός που από εδώ και στο εξής θα έπαιζε τον πλέον σημαντικό ρόλο στα πράγματα της Ελλαδικής για πολλούς αιώνες ακόμη! Καθιέρωσε μάλιστα ως κοινή την εορτή των Παναθηναίων και γιόρτασε τα Μετοίκια.
«ἐπιὼν οὖν ἀνέπειθε κατὰ δήμους καὶ γένη, τῶν μὲν ἰδιωτῶν καὶ πενήτων ἐνδεχομένων ταχὺ τὴν παράκλησιν αὐτοῦ, τοῖς δὲ δυνατοῖς ἀβασίλευτον πολιτείαν προτείνων καὶ δημοκρατίαν αὐτῷ μόνον ἄρχοντι πολέμου καὶ νόμων φύλακι χρησομένην, τῶν δὲ ἄλλων παρέξουσαν ἅπασιν ἰσομοιρίαν.τοὺς μὲν ταῦτα ἔπειθεν, οἱ δὲ τὴν δύναμιν αὐτοῦ δεδιότες μεγάλην οὖσαν ἤδη καὶ τὴν τόλμαν, ἐβούλοντο πειθόμενοι μᾶλλον ἢ βιαζόμενοι ταῦτα συγχωρεῖν.
καταλύσας οὖν τὰ παρ᾽ ἑκάστοις πρυτανεῖα καὶ βουλευτήρια καὶ ἀρχάς, ἓν δὲ ποιήσας ἅπασι κοινὸν ἐνταῦθα πρυτανεῖον καὶ βουλευτήριον ὅπου νῦν ἵδρυται τὸ ἄστυ, τήν τε πόλιν Ἀθήνας προσηγόρευσε καὶ Παναθήναια θυσίαν ἐποίησε κοινήν. ἔθυσε δὲ καὶ Μετοίκια τῇ ἕκτῃ ἐπὶ δέκα τοῦ Ἑκατομβαιῶνος, ἣν ἔτι νῦν θύουσι. καὶ τὴν βασιλείαν ἀφείς, ὥσπερ ὡμολόγησε, διεκόσμει τὴν πολιτείαν ἀπὸ θεῶν ἀρχόμενος· ἧκε γὰρ αὐτῷ χρησμὸς ἐκ Δελφῶν μαντευομένῳ περὶ τῆς πόλεως»
Πλουτάρχου «Βίοι Παράλληλοι» Θησεύς, κεφ.22 παραγρ. 2,3,4
[Πηγή]
Το είδαμε εδώ
είχε παραγγείλει ο πατέρας του Αιγεύς.
Aντικρίζοντας την είσοδο του πλοίου με τα μαύρα πανιά o Αιγεύς, δεν αντέχει στην είδηση του αναμενόμενου θλιβερού αγγέλματος, νομίζοντας τον γιό του νεκρό, και πέφτοντας από τον βράχο, δίνει τραγικό τέλος στην ζωή του!
«…λυπούμενος δὲ Θησεὺς ἐπ” Ἀριάδνῃ καταπλέων ἐπελάθετο πετάσαι τὴν ναῦν λευκοῖς ἱστίοις. Αἰγεὺς δὲ ἀπὸ τῆς ἀκροπόλεως τὴν ναῦν ἰδὼν ἔχουσαν μέλαν ἱστίον, Θησέα νομίσας ἀπολλέναι ῥίψας ἑαυτὸν μετήλλαξε…» (Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Επιτομή 1, παραγρ. 10).
Ο Πλούταρχος πάλι μας λέει ότι το λάθος ήταν του κυβερνήτη ο οποίος συνεπαρμένος από την μεγάλη χαρά της νίκης, ξέχασε να σηκώσει τα λευκά πανιά:
22.1 « …τῇ δὲ Ἀττικῇ προσφερομένων ἐκλαθέσθαι μὲν αὐτόν, ἐκλαθέσθαι δὲ τὸν κυβερνήτην ὑπὸ χαρᾶς ἐπάρασθαι τὸ ἱστίον ᾧ τὴν σωτηρίαν αὐτῶν ἔδει γνώριμον τῷ Αἰγεῖ γενέσθαι· τὸν δὲ ἀπογνόντα ῥῖψαι κατὰ τῆς πέτρας ἑαυτὸν καὶ διαφθαρῆναι.» (Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Περί Θησέως)
Κατεβαίνοντας στο Φάληρο ο Θησέας στέλνει τον Κήρυκα να αναγγείλει την επιτυχή έκβαση της αποστολής, αλλά αυτός βρίσκει άλλους να πενθούν για τον θάνατο του Αιγέα άλλους να χαίρονται για την νίκη του Θησέα που τους απελευθέρωσε από τον βαρύ φόρο αίματος προς τους Κρήτες!
Στην συνέχεια γυρνά στο Φάληρο όπου ο Θησέας θυσίαζε για την επάνοδο στην Πατρίδα. Μετά την θυσία,του ανήγγειλε τον τραγικό θάνατο του πατέρα του. Και τότε εκείνος τους επέτρεψε να στεφανόσουν μόνον το Κηρύκειο και όχι τον Κήρυκα, λόγω του πένθους.
Και στις σπονδές οι παρευρισκόμενοι εκφωνούσαν «Ελελεύ, Ιού, Ιού» . Το «Ελελεύ» ήταν επιφώνημα σπονδής και πολεμικού παιάνα και το «Ιού, Ιού» ταραχής και εκπλήξεως. Από τότε λέγεται ότι καθιερώθηκε αυτό κατά την εορτή των Ωσχοφρίων.
Τα Ωσχοφόρια ήταν μια εορτή με πομπή νέων Αθηναίων με κλαδιά αμπέλου στα χέρια που κατευθύνονταν από τον Ναό του Βάκχου σ” αυτόν της Σκιράδος Αθηνάς.
Έτσι όλοι μαζί παίρνουν τον δρόμο προς την πόλη θρηνώντας. Εκεί ο Θησέας θάβει τον αγαπημένο του πατέρα και γιορτάζει τα Πυανέψια. Στην συνέχεια αφιερώνει την Ειρεσιώνη στον Απόλλωνα.
Η Ειρεσιώνη (από το είρος, έριον= μαλλί προβάτου) ήταν κλαδί ελιάς ή δάφνης στολισμένο με τους φθινοπωρινούς καρπούς και με κόκκινο και λευκό μαλλί και τους πρώτους φθινοπωρινούς καρπούς (σύκα, καρύδια, αμύγδαλα, κάστανα, δημητριακά).
Αποτελούσε σύμβολο ευφορίας και αφιερωνόταν στην Αθηνά ή τον Απόλλωνα αλλά και στην Ώρα. Εορταζόταν κατά την έβδομη ημέρα του μηνός Πυανεψίωνος ( 15 Οκτωβρίου- 15 Νοεμβρίου) . Το κρατούσαν παιδιά που και οι δυό γονείς τους ήταν ζωντανοί και γυρνούσαν σπίτι –σπίτι και τραγουδούσαν λαμβάνοντας κάποιο φιλοδώρημα από τους νοικοκύρηδες.
Τέλος το κρεμούσαν πάνω από τις πόρτες των σπιτιών τους ή των ναών για να ευχαριστήσουν τους Θεούς για την γονιμότητα της Γής. Έμενε δε εκεί έως την επόμενη χρονιά που θα κρεμούσαν το νέο κλαδί ενώ το παλιό το έκαιγαν.
Μάλιστα από τον Πλούταρχο έχουμε και το αντίστοιχο τραγουδάκι :
«Ειρεσιώνη σύκα φέρει και πίονας άρτους
και μέλι εν κοτύλη και έλαιον αναψήσασθαι
και κύλικ’ εύζωρον, ως αν μεθύουσα καθεύδη»
δηλαδή: «Η Ειρεσιώνη σου φέρνει σύκα και αφράτα ψωμι
και μέλι μέσα στο ποτήρι και λάδι για να ψήσεις
και μπουκάλι γεμάτο για να μεθύσεις και να κοιμηθείς γλυκά»
(Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Περί Θησέως)
Ο Θησέας λοιπόν γίνεται ο δέκατος Βασιλιάς των Αθηνών, η βασιλεία του οποίου αποτέλεσε την απαρχή προς τον δρόμο της Δημοκρατίας! Επειδή οι δώδεκα πόλεις της Αττικής είχαν η καθεμιά δική της διοίκηση και Πρυτανείο και όπου πολλές φορές οι διαμάχες δι’ ασήμαντο αφορμή δημιουργούσαν σοβαρά προβλήματα έως και τοπικούς πολέμους, ο Θησέας άρχισε να περιέρχεται τις πόλεις και τους καλούσε σε ομόνοια και συμπόρευση υπό το καθεστώς μιάς πιο δίκαιης άσκησης εξουσίας, όχι από βασιλιά αλλά μάλλον από έναν θεματοφύλακα των νέων νόμων ισονομίας που θα έμπαιναν σε ισχύ. Εξ’ ού και το περίφημο « Δευρ’ ίτε πάντες λεώς έπί ίσομερίαν».
« ἔτι δὲµᾶλλον αὐξῆσαι τὴν πόλιν βουλόµενος ἐκάλει πάντας ἐπὶ τοῖς ἴσοις, καὶ τὸ»δεῦρ᾽ ἴτε πάντες λεῴ» κήρυγµα Θησέως γενέσθαι φασὶ»( Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Θησεύς. Κεφ. 25, παραγρ. 1)
Η προτροπή αυτή του Θησέα βεβαίως για τους μη έχοντες και κατέχοντες φαινόταν όντως θετικότατη, αλλά για εκείνους που ανήκαν στην κατηγορία των πλουσίως εχόντων η δυσανασχέτηση και καχυποψία ήταν εμφανής! Κι’ εκείνους όμως ο Θησέας επέτυχε με τον λόγο του να τους κάνει να υποδεχθούν την νέα αυτή κοινωνικοπολιτική κατάσταση υποσχόμενος πως δεν θα υπάρξει πλέον βασιλεία και πως και ο ίδιος αν και νόμιμος βασιλιάς θα αρκεστεί στον ρόλο του θεματοφύλακα των νόμων και στρατευμένο υπηρέτη της Δημοκρατίας.
Με τον τρόπο αυτό άνοιξε ο δρόμος της σύμπραξης και συνένωσης των δώδεκα πόλεων της Αττικής σε μία, όπου μάλιστα εδημιουργήθη και ένα μόνον Πρυτανείο για όλες και πολίτευμα που βασιζόταν στην λαϊκή εξουσία, δηλαδή Δημοκρατικό.
Στον Όμηρο βλέπουμε να ονομάζεται Δήμος μόνον οι Αθηναίοι, πράγμα που αποδεικνύει πως τα θεμέλια της Δημοκρατίας είναι αναμφίβολα βαλμένα από τον Θησέα και την εποχή του, πολύ πρό του Κλεισθένους! Αι Αθήναι ήσαν πια ένα ιστορικό γεγονός που από εδώ και στο εξής θα έπαιζε τον πλέον σημαντικό ρόλο στα πράγματα της Ελλαδικής για πολλούς αιώνες ακόμη! Καθιέρωσε μάλιστα ως κοινή την εορτή των Παναθηναίων και γιόρτασε τα Μετοίκια.
«ἐπιὼν οὖν ἀνέπειθε κατὰ δήμους καὶ γένη, τῶν μὲν ἰδιωτῶν καὶ πενήτων ἐνδεχομένων ταχὺ τὴν παράκλησιν αὐτοῦ, τοῖς δὲ δυνατοῖς ἀβασίλευτον πολιτείαν προτείνων καὶ δημοκρατίαν αὐτῷ μόνον ἄρχοντι πολέμου καὶ νόμων φύλακι χρησομένην, τῶν δὲ ἄλλων παρέξουσαν ἅπασιν ἰσομοιρίαν.τοὺς μὲν ταῦτα ἔπειθεν, οἱ δὲ τὴν δύναμιν αὐτοῦ δεδιότες μεγάλην οὖσαν ἤδη καὶ τὴν τόλμαν, ἐβούλοντο πειθόμενοι μᾶλλον ἢ βιαζόμενοι ταῦτα συγχωρεῖν.
καταλύσας οὖν τὰ παρ᾽ ἑκάστοις πρυτανεῖα καὶ βουλευτήρια καὶ ἀρχάς, ἓν δὲ ποιήσας ἅπασι κοινὸν ἐνταῦθα πρυτανεῖον καὶ βουλευτήριον ὅπου νῦν ἵδρυται τὸ ἄστυ, τήν τε πόλιν Ἀθήνας προσηγόρευσε καὶ Παναθήναια θυσίαν ἐποίησε κοινήν. ἔθυσε δὲ καὶ Μετοίκια τῇ ἕκτῃ ἐπὶ δέκα τοῦ Ἑκατομβαιῶνος, ἣν ἔτι νῦν θύουσι. καὶ τὴν βασιλείαν ἀφείς, ὥσπερ ὡμολόγησε, διεκόσμει τὴν πολιτείαν ἀπὸ θεῶν ἀρχόμενος· ἧκε γὰρ αὐτῷ χρησμὸς ἐκ Δελφῶν μαντευομένῳ περὶ τῆς πόλεως»
Πλουτάρχου «Βίοι Παράλληλοι» Θησεύς, κεφ.22 παραγρ. 2,3,4
[Πηγή]
Το είδαμε εδώ