Ίβυκος (ο): Λυρικός ποιητής του 6ου π.χ. αιώνα, που η ζωή και το έργο του πέρασαν στην περιοχή του μύθου. Λέγεται ότι γεννήθηκε στο Ρήγιο της Ιταλίας και ότι έζησε στην αυλή του τυράννου της Σάμου Πολυκράτη για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα....
Αργότερα επισκέφτηκε πολλές περιοχές της Ελλάδας, προτιμώντας αυτού του είδους την πλανητική ζωή και τις περιπέτειες. Κάποτε βρέθηκε και στην Κόρινθο, όπου τον έπιασαν ληστές και αφού του πήραν ότι είχε μαζί του, τον σκότωσαν.
Ο μύθος λέει ότι ο ποιητής πεθαίνοντας είδε να περνούν στον ουρανό γερανοί και αυτούς επικαλέστηκε για μάρτυρες και εκδικητές του. Μετά από λίγο καιρό, κι ενώ γινόταν η γιορτή των Ισθμίων, ένας από τους ληστές βλέποντας να περνούν γερανοί, είπε κοροϊδευτικά: «Να, οι μάρτυρες του Ίβυκου». «`Ιδε αι Ιβύκου έκδικοι.»
Αλλά τη φράση αυτή άκουσε κάποιος που γνώριζε τον ποιητή και την εξαφάνισή του, ειδοποίησε κι έπιασαν τους ληστές. Ανακρίνοντάς τους, το έγκλημα αποκαλύφθηκε και τιμωρήθηκαν…
Η παράδοση αυτή αναπτύχθηκε σε παραλλαγές και από μεταγενέστερους συγγραφείς και η φράση «οι γερανοί του Ιβύκου» έμεινε παροιμιώδης στους αρχαίους Έλληνες για την ανακάλυψη εγκλημάτων μετά από θεία επέμβαση.
[Πηγή]