Ο πιο πονηρός άνθρωπος του κόσμoυ
Παιδί του Αιόλου και της κόρης του Άτλαντα, Εναρέτης, ήταν και ο Σίσυφος, μυθικός βασιλιάς της Κορίνθου και ιδρυτής της Εφύρας (μετέπειτα Κορίνθου), Ήταν αυτός που καθιέρωσε τα Ίσθμια, ενώ φέρεται να σκοτώθηκε από το Θησέα. Ο Όμηρος τον χαρακτηρίζει ως τον σοφότερο και πονηρότερο των ανθρώπων.
Κάθε πρωί πήγαινε σ’ ένα ψηλό βράχο, στον Ακροκόρινθο, και από εκεί αγνάντευε πέρα μακριά με το αετίσιο του μάτι, από το οποίο τίποτα δεν ξέφευγε.
Γνώριζε μυστικά όχι μόνο των ανθρώπων, αλλά και των θεών. Ο ποταμός Ασωπός, ζητώντας να του αποκαλύψει αν γνώριζε κάτι για την αρπαγή της κόρης του, Αίγινας, του προσέφερε.... μια αστείρευτη πηγή νερού, για να χορταίνει τη δίψα του στο ψηλό βουνό.
Τότε ο Σίσυφος, ξεχνώντας τους ενδοιασμούς που είχε, του αποκάλυψε ότι την Αίγινα την είχε αρπάξει ο Δίας.
Ο Δίας, όμως, οργίστηκε και του έστειλε το Θάνατο, τον οποίο όμως κατάφερε να δέσει με χοντρές και σιδερένιες αλυσίδες στα Τάρταρα. Από τη μέρα εκείνη μέχρι και την ημέρα της αποδέσμευσής του από το θεό Άρη, λέγεται ότι κανένας στη γη δεν πέθαινε, με αποτέλεσμα να υπάρχουν προβλήματα υπερπληθυσμού, αλλά και έλλειψης ανανέωσης, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια κατάσταση τόσο περίεργη, που ακόμη και φρικτά σακατεμένοι άνθρωποι και ζώα περιφέρονταν παντού σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Τότε, ο Άρης, ο μόνος από τους θεούς που είχε φιλικές σχέσεις με το Θάνατο, αποφάσισε να δώσει ένα τέρμα σε αυτή την κατάσταση.
Όταν ο Σίσυφος οδηγήθηκε από τον Άρη στον Άδη, με τη βία, του ζήτησε μια τελευταία χάρη, την οποία ο ανύποπτος Θάνατος του επέτρεψε: να αποχαιρετίσει τη γυναίκα του. Στην πραγματικότητα, όμως, ο Σίσυφος ζήτησε απ’ αυτήν να αφήσει άταφο το σώμα του και να μην του ρίξει χοές. Αργότερα, επιχειρηματολογώντας ότι ήταν άταφος και θα έπρεπε να ταφεί, ζήτησε να μπορέσει να επιστρέψει στον πάνω κόσμο, δήθεν για να τιμωρήσει τη γυναίκα του, που δεν του είχε αποδώσει τις απαιτούμενες τιμές (μετά από δική του προτροπή).
Παρουσιαζόμενος μπροστά στην Περσεφόνη, έδωσε υπόσχεση ότι θα επέστρεφε αμέσως πίσω, γι’ αυτό και του επέτρεψε τη φυγή για τρεις μόνο μέρες. Όμως, ο Σίσυφος ξεγέλασε και την Περσεφόνη, αρνούμενος να επιστρέψει πίσω. Τελικά, όταν σκοτώθηκε από το Θησέα, τον μετέφερε παρά τη θέλησή του ο Ερμής, όπου και καταδικάστηκε στο ατέρμονο βασανιστήριο να σπρώχνει μια τεράστια πέτρα σε ένα πανύψηλο και, μόλις έφτανε την κορυφή του, αυτή να γλιστρά και να πέφτει, έχοντας ως συνεπακόλουθο ο Σίσυφος να αναγκάζεται να επαναλαμβάνει από την αρχή τη δοκιμασία, αιώνια ...
Μαζί με τον Τάνταλο, θεωρούνται ως οι πιο τιμωρημένοι νεκροί στον Άδη. Την τιμωρία τους την επέβαλαν οι Κριτές των Νεκρών. Ομολογουμένως, πολύ παράξενη ιστορία ...
Το έγκλημα του Σίσυφου ήταν ότι κατόρθωσε να νικήσει το θάνατο και να ανατρέψει τη φυσική τάξη. Κατόρθωσε να κάνει πραγματικότητα ένα από τα πιο ουτοπικά όνειρα ολόκληρης της ανθρωπότητας, χωρίς όμως να σκέφτεται τις συνέπειες της πράξης του. Ίσως στο μέλλον να είναι εφικτό αυτό, χωρίς όμως αρνητικά αποτελέσματα. Το όνομά του φέρει ο αστεροειδής αρ. 1866. Στο Σίσυφο αποδίδεται η καθιέρωση των «Ίσθμιων», μιας από τις σπουδαιότερες αθλητικές συναντήσεις της αρχαίας Ελλάδας, που γίνονταν κάθε 3 χρόνια και περιελάμβαναν περισσότερα αθλήματα και από τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Ο μύθος μας λέει ότι, όταν ο Μελικέρτης, γιος της Ινώς και του Αθάμαντα, ανηψιός του Σίσυφου, σώθηκε από θαύμα από τον πνιγμό και τον έφερε ένα δελφίνι πάνω στη ράχη του, στην ακτή έξω από την πόλη της Κορίνθου, ο Σίσυφος αναγνώρισε τον αδελφότεκνό του και, για να ευχαριστήσει τον Ποσειδώνα, που δεν τον άφησε να πεθάνει και να πνιγεί, καθιέρωσε τα Ίσθμια, που ήταν αφιερωμένα στο θεό της θάλασσας, Ποσειδώνα.
Γιος του Σίσυφου και της Μερόπης ήταν ο Γλαύκος, πατέρας του Ιππόνοου (Βελλερεφόντη) και του Αλκιμένη (Βέλλερου). Η Μερόπη, κόρη του Άτλαντα και της Πλειόνης, ήταν η μόνη κόρη του Άτλαντα που παντρεύτηκε θνητό άνδρα, έτσι όταν έγινε αστέρι (μια από τις έξι Πλειάδες) είναι αυτή που έχει το ασθενέστερο φως στον αστερισμό των Πλειάδων.
Ονομαστά ήταν τα όμορφα και πολυάριθμα άλογα του Γλαύκου, τα οποία μια φορά έθρεψε με ανθρώπινο κρέας, για να τα καταστήσει ταχύτερα. Οι θεοί οργίστηκαν από την πράξη του αυτή και τον τιμώρησαν κατά τη διάρκεια του επικήδειου αγώνα προς τιμήν του Πελία στην Ιωλκό, όπου κατακρήμνισαν το Γλαύκο από το άρμα του. Σύζυγος του Γλαύκου ήταν η Ευρυνόμη ή Ευρυμήδη, κόρη του βασιλιά Νίσου των Μεγάρων.
πηγη