.

Τετάρτη 19 Μαΐου 2010

ΟΙ ΧΑΡΙΤΕΣ



Θεότητες που προσωποποιούσαν τη χάρη, την ομορφιά και την ανεμελιά. Σύμφωνα με τον Όμηρο ήταν κόρες του Δία και της Ευρυνόμης. Αρκετοί τις θεωρούσαν κόρες του Διόνυσου και της Αφροδίτης ή του Ήλιου και της Ναϊάδας Αίγλης.

Στον Όμηρο αρχικά αναφερόταν η Χάρις σύζυγος του Ηφαίστου και η Πασιθέα, σύζυγος του θεού Ύπνου και μητέρα του Φάντασου και του Φοβήτορα. Η Πασιθέα είχε δοθεί σύζυγος στον Ύπνο από την Ήρα επειδή εκείνος είχε κοιμίσει κρυφά το Δία κι έτσι οι θεοί μπόρεσαν να αναμιχθούν στον Τρωικό πόλεμο.

Οι Αθηναίοι τιμούσαν δυο Χάριτες την Αυξώ και την Ηγεμόνη. Μερικές φορές ταυτίζονταν με τις Ώρες και τοποθετούσαν στην ομάδα των Χαρίτων τις Ώρες Καρπώ και Θαλλώ.

Στη Σπάρτη τις ονόμαζαν Κλήτα ("αστραφτερή" και Φαέννα ("ακτινοβόλος"), και τις ταύτιζαν με τις Ώρες.

Στην Αίγινα, την Τροιζήνα, την Επίδαυρο και στον Τάραντα τις ονόμαζαν Αυξησία και Δαμία ή "Αξεσίαι θεαί".

Ο Ησίοδος αναφέρει τρεις Χάριτες, την Αγλαΐα, την Ευφροσύνη και τη Θάλεια ή Θαλία. Οι Χάριτες συνδέονταν με την ανθοφορία.... και τη γονιμότητα της φύσης κι αναμεσά τους συγκαταλέγονταν και η Ευνομία, η Εύκλεια και η Πειθώ.

ΟΙ Σώστρατος αναφέρει πως η Αφροδίτη και οι Χάριτες Πασιθέα, Καλή και Ευφροσύνη είχαν διαγωνιστεί σε καλλιστεία με κριτή το μάντη Τειρεσία, ο οποίος είχε ψηφίσει την Καλή σαν την πιο όμορφη. Η Αφροδίτη για να τον τιμωρήσει τον είχε μεταμορφώσει σε γριά.

Οι Χάριτες κατοικούσαν στον Όλυμπο κι ήταν συνοδοί του Απόλλωνα, του Διονύσου, της Αφροδίτης, της Αθηνάς, του Ηφαίστου και των Μουσών. Απέφευγαν τη μοναξιά και προτιμούσαν τη συντροφιά των θεών.

Όταν ο Απόλλωνας έπαιξε για πρώτη φορά τη λύρα του, οι Χάριτες έστησαν χορό γύρω του μαζί με τις άλλες θεές κι όταν η Άρτεμη είχε εισέλθει στο ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς, εκείνες άρχισαν να υμνούν μαζί της και με τη συνοδεία των Μουσών τη Λητώ, (μητέρα του Απόλλωνα και της Άρτεμης).
Οι Χάριτες συνόδευαν την Αφροδίτη μαζί με το θεό Πάνα και την Πειθώ. Κάποτε η θεά είχε πιαστεί μαζί με τον Άρη σε ένα δίχτυ που είχε στήσει για τους δυο εραστές ο Ήφαιστος. Μετά από την περιπέτειά της είχε καταφύγει στην Πάφο της Κύπρου, όπου την περιποιήθηκαν οι Χάριτες, αλείφοντάς την με αθάνατο λάδι και στολιζοντάς την.

Οι Χάριτες γνώριζαν την τέχνη να κατασκευάζουν αρωματικά λάδια με τα οποία ενίσχυαν την ερωτική επιθυμία.

Απεικονίζονταν νέες και όμορφες και έφερναν στους θεούς και στους ανθρώπους ομορφιά, χάρη και δημιουργικότητα. Τις παρουσίαζαν γυμνές, να κρατιούνται από τους ώμους. Οι δυο από αυτές κοιτούσαν προς μια κατεύθυνση, ενώ εκείνη που βρισκόταν στη μέση κοιτούσε προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Ο Πίνδαρος τις ονόμαζε Σεμνές, Πότνιες και Βασίλειες.

Το παλαιότερο ιερό τους βρισκόταν στον Ορχομενό της Βοιωτίας (εκεί που βρίσκεται η εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου). Στο θέατρο απέναντι από το ιερό τελούσαν προς τιμή τους τα Χαρίσια ή Χαριτήσια που περιλάμβαναν μουσικούς και ποιητικούς αγώνες. Τη νύχτα οι πιστοί πρόσφεραν γλυκίσματα από αλεύρι και μέλι.

Τα λατρευτικά τους αγάλματα ήταν τρεις μαύροι άμορφοι μετεωρόλιθοι, δηλαδή λίθοι που είχαν πέσει από τον ουρανό.

Στην Αθήνα υπήρχε ιερό των Χαρίτων πάνω στην Ακρόπολη στα Προπύλαια, κοντά στα ιερά του Ερμή Προπυλαίου και της Εκάτης Επιπυργιδίας. Ιερό τους υπήρχε και στην Αγορά κοντά στο ναό του Ηφαίστου.

Ιερά τους υπήρχαν στη Σπάρτη, στη Δήλο, στην Κύπρο και στην Πάρο. Στην Πάρο βρισκόταν ο Μίνωας όταν πληροφορηθηκε το θάνατο του γιου του Ανδρόγεω. Τότε πέταξε τα στεφάνια με τα άνθη, σταμάτησε τη μουσική, αλλά η τελετή ολοκληρώθηκε. Από τότε οι θυσίες προς τιμή των Χαρίτων στην Πάρο γίνονταν χωρίς άνθη και μουσική.

Οι Χάριτες λατρεύονταν στην Σπάρτη και την Πάφο μαζί με την Αφροδίτη.

Βιβλιογραφία - πηγές

Σαπφώ

βροδοπάχεες ἄγναι Χάριτες δεῦτε Δίος κόραι
ἔλθοντ' ἐξ ὀράνω πορφυρίαν περθέμενον χλάμυν

Όμηρος, Οδύσσεια, θ, 364

ἔνθα δέ μιν Χάριτες λοῦσαν καὶ χρῖσαν ἐλαίῳ,
ἀμβρότῳ, οἷα θεοὺς ἐπενήνοθεν αἰὲν ἐόντας,
ἀμφὶ δὲ εἵματα ἕσσαν ἐπήρατα, θαῦμα ἰδέσθαι.

Ησίοδος, Θεογονία, 64

ἔνθά σφιν λιπαροί τε χοροὶ καὶ δώματα καλά,
πὰρ δ' αὐτῇς Χάριτές τε καὶ Ἵμερος οἰκί' ἔχουσιν
ἐν θαλίῃς· ἐρατὴν δὲ διὰ στόμα ὄσσαν ἱεῖσαι
μέλπονται, πάντων τε νόμους καὶ ἤθεα κεδνὰ
ἀθανάτων κλείουσιν, ἐπήρατον ὄσσαν ἱεῖσαι.

Ησίοδος, Έργα και Ημέρες, 73

ζῶσε δὲ καὶ κόσμησε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη·
ἀμφὶ δέ οἱ Χάριτές τε θεαὶ καὶ πότνια Πειθὼ
ὅρμους χρυσείους ἔθεσαν χροΐ· ἀμφὶ δὲ τήν γε
Ὧραι καλλίκομοι στέφον ἄνθεσι εἰαρινοῖσιν·

Ξενοφώντας, Συμπόσιο, 7, 5, 2

ἀλλὰ γὰρ καὶ ταῦτα μὲν
οὐκ εἰς ταὐτὸν τῷ οἴνῳ ἐπισπεύδει· εἰ δὲ ὀρχοῖντο πρὸς τὸν
αὐλὸν σχήματα ἐν οἷς Χάριτές τε καὶ Ὧραι καὶ Νύμφαι
γράφονται, πολὺ ἂν οἶμαι αὐτούς γε ῥᾷον διάγειν καὶ τὸ
συμπόσιον πολὺ ἐπιχαριτώτερον εἶναι.

Ζηνόβιος

Αἱ Χάριτες γυμναί: ἤτοι ὅτι δεῖ ἀφειδῶς καὶ
φανερῶς χαρίζεσθαι· ἢ ὅτι οἱ ἀχάριστοι τὸν ἑαυτῶν
κόσμον ἀφῄρηνται.

Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις, 2, 17, 3

ἐν δὲ τῷ
προνάῳ τῇ μὲν Χάριτες ἀγάλματά ἐστιν ἀρχαῖα, ἐν
δεξιᾷ δὲ κλίνη τῆς Ἥρας καὶ ἀνάθημα ἀσπὶς ἣν Μενέ-
λαός ποτε ἀφείλετο Εὔφορβον ἐν Ἰλίῳ.

Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις, 3, 18, 9

Βαθυ-
κλέους δὲ Μάγνητος, ὃς τὸν θρόνον ἐποίησε τοῦ
Ἀμυκλαίου, ἀναθήματα ἐπ' ἐξειργασμένῳ τῷ θρόνῳ
Χάριτες καὶ ἄγαλμα δὲ Λευκοφρυήνης ἐστὶν Ἀρτέμιδος.

Ορφικά, Ύμνοι, 60

Κλῦτέ μοι, ὦ Χάριτες μεγαλώνυμοι, ἀγλαότιμοι,
θυγατέρες Ζηνός τε καὶ Εὐνομίης βαθυκόλπου,
Ἀγλαΐη Θαλίη τε καὶ Εὐφροσύνη πολύολβε,
χαρμοσύνης γενέτειραι, ἐράσμιαι, εὔφρονες, ἁγναί,
αἰολόμορφοι, ἀειθαλέες, θνητοῖσι ποθειναί·
εὐκταῖαι, κυκλάδες, καλυκώπιδες, ἱμερόεσσαι·
ἔλθοιτ' ὀλβοδότειραι, ἀεὶ μύσταισι προσηνεῖς.

Θεμίστιος, Φιλάδελφοι ἢ περὶ φιλανθρωπίας

οὐδ' ἐῶμεν ἀκράτους ἐπιρρεῖν πηγὰς τῶν ἄνωθεν
ἀγαθῶν, ἃ χορηγεῖ συνεχῶς ἀκάμαντι νόῳ, καθάπερ λέ-
γει ἡ φιλοσοφοῦσα ποίησις, ὁ τῶν ἐάων δοτήρ, ὁ τῆς
εὐνομίας ταμίας, οὗ πάρεδρος Δίκη τε καὶ Εὐνομία· ᾧ
παραστατοῦσιν αἱ Χάριτες, Εὐφροσύνη καὶ Ἀγλαΐα Θαλίη
τ' ἐρατεινή· οὗ πᾶσαι ἐκ φιλανθρωπίας ἐπωνυμίαι, ὁ μει-
λίχιος, ὁ φίλιος, ὁ ξένιος, ὁ ἱκέσιος, ὁ πολιεύς, ὁ σωτήρ.

Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός, Εἰς τὸν βασιλέα Ἥλιον πρὸς Σαλούστιον

Κύκλον τοι καὶ αἱ Χάριτες ἐπὶ γῆς
διὰ τῶν ἀγαλμάτων μιμοῦνται.

Νόννος, Διονυσιακά, 34, 37

ὡς μὲν ἀκούω,
τρεῖς Χάριτες γεγάασι, χορίτιδες Ὀρχομενοῖο,
ἀμφίπολοι Φοίβοιο, χοροπλεκέος δὲ Λυαίου
εἰσὶ τριηκοσίων Χαρίτων στίχες, ὧν μία μούνη
πασάων προφέρουσα φαείνεται, οἷα καὶ αὐτὴ
φαιδροτέραις ἀκτῖσι κατακρύπτει σέλας ἄστρων
μαρμαρυγὴν εὔκυκλον ἀκοντίζουσα Σελήνη.

Όμηρος, Ιλιάδα, Ε, 338 και Σ,382 και Ξ 267
Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, 1, 3, 1
Απολλώνιος Ρόδιος, Αργοναυτικά, 4, 424


ΠΗΓΗ: http://www.theogonia.gr