Την εκστρατεία ενάντια στην Τροία δεν την δέχτηκαν εξαρχής όλοι οι Έλληνες με τον ίδιο ενθουσιασμό, καθώς φαίνεται....
Ακόμα και ο Οδυσσέας προσπάθησε να ξεφύγει και να μην συμμετάσχει. Ο Αχιλλέας είναι ο μοναδικός, ο μοναχογιός.
Έξι αδέρφια του πέθαναν πριν από αυτόν στην προσπάθεια της μητέρας του Θέτιδας να τα κάνει αθάνατα. Δεν άντεξαν την φωτιά. Η θεά δεν μπορούσε να το πάρει απόφαση ότι τα παιδιά της θα ήταν απλοί θνητοί όπως ο πατέρας τους.
Τα έβαζε στην φωτιά, για να κάψει όλη την διαβρωτική υγρασία που οι θνητοί έχουν μέσα τους και εξαιτίας της οποίας δεν είναι καθαρή, απαστράπτουσα φλόγα. Οι γιοί της όμως καίγονταν στην φωτιά και χάνονταν.
Ο καημένος ο Πηλέας, όταν γεννήθηκε ο Αχιλλέας, σκέφτηκε ότι αυτόν τουλάχιστον θα προσπαθούσε να τον σώσει. Την ώρα λοιπόν που η μητέρα του ετοιμάζεται να τον ρίξει στην φωτιά, μπαίνει στην μέση και τον αρπάζει. Η φωτιά μόλις που άγγιξε τα χείλη του παιδιού και ένα κόκκαλο της πτέρνας που απονεκρώνεται. Οι φλόγες που έγλειψαν τον Αχιλλέα τον έκαναν σχεδόν αθάνατο.
Η μοίρα του Αχιλλέα, αρχετυπική, σφραγίζεται με αμφισημία. Μισός άνθρωπος, μισός θεός λόγω καταγωγής, δεν μπορεί να είναι ολοκληρωτικά ούτε το ένα ούτε το άλλο.
Για τον γέρο Πηλέα, το σύζυγο της Θέτιδας που έχει δει πολλά παιδιά του να πεθαίνουν, δεν έχει άλλον από τον Αχιλλέα και δεν αντέχει στην ιδέα ότι μπορεί και αυτός μια μέρα να φύγει για τον πόλεμο. Παίρνει λοιπόν τα μέτρα του και στέλνει το νεαρό αγόρι στην Σκύρο, να ζήσει με τις κόρες του βασιλιά του νησιού Λυκομήδη.
Αρκετοί ήρωες όπως ο Αχιλλέας, ο Ηρακλής, ο Διόνυσος, φαίνεται να έζησαν κάποια περίοδο της ζωής τους μεταμφιεσμένοι σε κορίτσια σε γυναικωνίτες ανακτόρων γνέθοντας. Στην Κρήτη τα αγόρια που δεν ήταν αρκετά μεγάλα ώστε να βαστούν όπλα ονομαζόταν σκότιοι, «εκείνοι που διατριβούν στον γυναικωνίτη».
Ο Αχιλλέας ζει μαζί τους, σαν κορίτσι, στον γυναικωνίτη. Αφού πέρασε την παιδική του ηλικία με τον Χείρωνα και τους Κενταύρους που τον μεγάλωσαν, έχει φτάσει τώρα στην ηλικία όπου οι διαφορές στα δύο φύλλα δεν είναι έντονες, είναι δυσδιάκριτες.
Δεν έχει βγάλει ακόμα γένια, δεν έχει τρίχες, μοιάζει με χαριτωμένο μικρό κορίτσι, έχει την ακαθόριστη ομορφιά των εφήβων, που είναι κορίτσια και αγόρια μαζί, περισσότερο κορίτσια και λιγότερο αγόρια. Μένει λοιπόν μαζί με τις φιλενάδες του αμέριμνος. Κανένας άλλος ήρωας δεν είχε τόση οικειότητα με τις γυναίκες, όσο ο Αχιλλέας.
Στα εννιά του χρόνια έπαιζε στην Σκύρο σαν κοριτσάκι ανάμεσα στα άλλα, και μόνο ο ήχος της σάλπιγγας του Οδυσσέα τον ξύπνησε από τον θηλυκό του ύπνο. Τότε γεύθηκε μια ευτυχία που σε κανέναν άλλον δεν παραχωρήθηκε: να είναι κορίτσι και να ξελογιάζει κορίτσια.
Υπήρχε ένα λιβάδι στην ανεμοδαρμένη Σκύρο και εκεί οι κόρες του Λυκομήδη μάζευαν λουλούδια. Το βλέμμα τους ήταν ευθύ, τα μάγουλα τους στρόγγυλα, και είχανε χάρη στις κινήσεις.
Ο Αχιλλέας ανάμεσά τους ξεχώριζε γιατί έριχνε με μια πιο απότομη κίνηση τα μαλλιά του πίσω. Ήταν μια ξένη φίλη, που έπαιζε με τις κόρες του Λυκομήδη, αλλά η μεγαλύτερή τους, η Δηιδάμεια, που γέννησε γρήγορα τον γιο του μυστικού τους έρωτα: τον Νεοπτόλεμο.
Ποιο όνομα είχε πάρει όμως ο Αχιλλέας όταν «κρύφτηκε» ανάμεσα στις γυναίκες; Μας λέει επί τούτου ο Ρ. Γκρέιβς:
«Κατά τον Σουητώνιο οι εικοτολογίες ποικίλλων λογίων τους οποίους συμβουλεύτηκε ο αυτοκράτορας Τιβέριος επί του θέματος συνέκλιναν στα εξής ονόματα:
Κέρκησα εξαιτίας της κερκίδας, της σαΐτας, που τόσο επιδέξια χειριζόταν ο Αχιλλέας όταν ύφαινε. Αισσώ εξαιτίας της γρηγοράδας του (αίσσω = κινούμαι ταχέως) και Πύρρα εξαιτίας της πυρρόξανθης κόμης του.» (ΣτΜ. Πύρρα, «ερυθρά γη» ήταν και η πρώιμη μυθική ονομασία της γενέτειρας του Θεσσαλίας).
Η άποψη μου είναι πάντως ότι ο Αχιλλέας αυτοαποκλήθηκε Δακρυόεσσα, (δακρυρροούσα), η καλύτερα Δροσόεσσα (δροσοροούσα), δεδομένου ότι η δρόσος είναι το ποιητικό συνώνυμο των δακρύων.
Κατά τον Απολλώνιο τον Ρόδιο το αρχικό του όνομα ήταν Λιγυρός, «ο γοερά θρηνών» το οποίο του το άλλαξε ο παιδαγωγός του Χείρων, γεγονός που υποδεικνύει πιθανόν η λατρεία του Αχιλλέα να έφτασε από την Λιγυρία στην Θεσσαλία.
Ο Όμηρος χαριτολογώντας ετυμολογεί το όνομά του από το άχος «απελπισία», και ο Απολλόδωρος από την πλευρά του θεωρεί ότι ήταν άχειλος, «χωρίς χείλη».
Πως όμως τελειώνει αυτή η αμέριμνη περίοδος για τον Αχιλλέα;
Όλοι ζούσαν ευτυχισμένοι, μέχρι τη στιγμή που ο μάντης Κάλχας προφήτεψε ότι η Τροία δεν πρόκειται να πέσει χωρίς τον Αχιλλέα. Και τότε μπαίνει στο προσκήνιο ο πολυμήχανος Οδυσσέας, που ανατρέπει τα σχέδια της Θέτιδας, αναλαμβάνοντας να ανακαλύψει τον ήρωα και να τον πείσει να συμμετέχει στην εκστρατεία εναντίον της Τροίας. Πήγε να τον βρει μεταμφιεσμένος ως πλανόδιος έμπορος και ζήτησε να τον αφήσουν να δείξει την πραμάτεια του στα κορίτσια.
Όταν χρειάστηκε να βρουν τον Αχιλλέα ο Οδυσσέας σκέφτηκε αμέσως το τέχνασμα με το οποίο ο Παλαμήδης του είχε αφαιρέσει το προσωπείο. Έτσι μεταμφιεσμένος ο Οδυσσέας βγάζει από το πανέρι του υφάσματα, κεντήματα, πόρπες, κοσμήματα για να τους τα δείξει και τα σαράντα εννιά κορίτσια στριμώχνονται για θαυμάσουν τα στολίδια. Ένα όμως στέκει παράμερα αδιάφορο. Εκεί ανάμεσα σε καμιά πενηνταριά κορίτσια ο Αχιλλέας δεν ξεχωρίζει.
Ο Οδυσσέας τότε βγάζει ένα μαχαίρι -κατά μια άλλη εκδοχή μια ασπίδα και ένα δόρυ- και η κοπέλα που έστεκε παράμερα ορμάει καταπάνω του και αρπάζει το μαχαίρι. Ο Οδυσσέας ξεσκεπάσει τον Αχιλλέα.
Πίσω από τα τείχη αντηχεί μια πολεμική σάλπιγγα, οι γυναίκες στην γειτονιά πανικοβάλλονται, τα σαράντα εννιά κορίτσια το βάζουν στα πόδια, και μόνο ένα «κορίτσι» με το μαχαίρι στο χέρι, βαδίζει προς την μουσική, έτοιμο να ξεκινήσει για την μάχη.
Ο Αχιλλέας είναι έτοιμος να φύγει για τον πόλεμο.
Του έλαχε η πιο σύντομη ζωή, γιατί αντικαθιστούσε για την Θέτιδα, τον γιο που θα εκθρόνιζε τον Δία και που ποτέ δεν γεννήθηκε. Αντί για θεός με μεγαλύτερη διάρκεια ζωής από τους άλλους θεούς, υπήρξε άνθρωπος με συντομότερη ζωή από άλλους ανθρώπους.
Αλλά και ο πλησιέστερος σε έναν θεό. Ο Αχιλλέας είναι ο χρόνος στην καθαρή μορφή που καλπάζει μακριά. Περιορισμένος σε ένα απειροελάχιστο κλάσμα διάρκειας, είχε τις αρετές που βρίσκονται κοντύτερα σε εκείνες των πλασμάτων του Ολύμπου: την ένταση και την ευκολία.
Όποιος απολαμβάνει την ζωή, το πιο πολύτιμο αγαθό της γης για τα εφήμερα πλάσματα, αρνείται κάθε ελπίδα αθανασίας. Όποιος επιθυμεί την αθανασία, αποδέχεται να χάσει, εν μέρει, την ζωή του προτού καλά καλά την ζήσει.
Αν ο Αχιλλέας, σύμφωνα με την βούληση του γέρου πατέρα του, επιλέξει να μείνει στο σπίτι του, στην Φθία, ασφαλής με την οικογένεια του, θα ζήσει χρόνια πολλά, ειρηνικά και ευτυχισμένα, διανύοντας ολόκληρο τον κύκλο του χρόνου που μοιραίνει τους θνητούς, ως τα βαθιά γεράματα του, μέσα στην αγάπη και στην στοργή.
Ο Αχιλλέας όμως κάνει την αντίθετη επιλογή: σύντομη ζωή και δόξα παντοτινή. Διαλέγει να φύγει μακριά, να αφήσει τα πάντα πίσω του, να ζήσει τους κινδύνους όλους, να αφοσιωθεί προκαταβολικά στο θάνατο. Επιλέγει τον δοξασμένο θάνατο μέσα στην ομορφιά της νεαρής ζωής του, που παραμένει αιώνια.
Το όνομα Αχιλλέας, οι περιπέτειες, η ιστορία, το πρόσωπό του θα παραμείνουν για πάντα ολοζώντανα στην μνήμη των ανθρώπων, που οι γενιές τους διαδέχονται η μια την άλλη μέσα στους αιώνες, και χάνονται η μια μετά την άλλη, μέσα στο σκοτάδι και την σιωπή του θανάτου.
Για να πραγματοποιηθεί το παραπάνω άρθρο πληροφορίες συλλέχθηκαν από: Ρ.Γκρέιβς «η Λευκή θεά» / Vernant» Το Σύμπαν, οι Θεοί, οι άνθρωποι «/ Καλλάσο» Οι γάμοι του Κάδμου και της Αρμονίας
[Πηγή]
Το είδαμε εδώ
Οι απόψεις του ιστολογίου μας δεν συμπίπτουν απαραίτητα με το περιεχόμενο των άρθρων που δημοσιεύουμε
Ακόμα και ο Οδυσσέας προσπάθησε να ξεφύγει και να μην συμμετάσχει. Ο Αχιλλέας είναι ο μοναδικός, ο μοναχογιός.
Έξι αδέρφια του πέθαναν πριν από αυτόν στην προσπάθεια της μητέρας του Θέτιδας να τα κάνει αθάνατα. Δεν άντεξαν την φωτιά. Η θεά δεν μπορούσε να το πάρει απόφαση ότι τα παιδιά της θα ήταν απλοί θνητοί όπως ο πατέρας τους.
Τα έβαζε στην φωτιά, για να κάψει όλη την διαβρωτική υγρασία που οι θνητοί έχουν μέσα τους και εξαιτίας της οποίας δεν είναι καθαρή, απαστράπτουσα φλόγα. Οι γιοί της όμως καίγονταν στην φωτιά και χάνονταν.
Ο καημένος ο Πηλέας, όταν γεννήθηκε ο Αχιλλέας, σκέφτηκε ότι αυτόν τουλάχιστον θα προσπαθούσε να τον σώσει. Την ώρα λοιπόν που η μητέρα του ετοιμάζεται να τον ρίξει στην φωτιά, μπαίνει στην μέση και τον αρπάζει. Η φωτιά μόλις που άγγιξε τα χείλη του παιδιού και ένα κόκκαλο της πτέρνας που απονεκρώνεται. Οι φλόγες που έγλειψαν τον Αχιλλέα τον έκαναν σχεδόν αθάνατο.
Η μοίρα του Αχιλλέα, αρχετυπική, σφραγίζεται με αμφισημία. Μισός άνθρωπος, μισός θεός λόγω καταγωγής, δεν μπορεί να είναι ολοκληρωτικά ούτε το ένα ούτε το άλλο.
Για τον γέρο Πηλέα, το σύζυγο της Θέτιδας που έχει δει πολλά παιδιά του να πεθαίνουν, δεν έχει άλλον από τον Αχιλλέα και δεν αντέχει στην ιδέα ότι μπορεί και αυτός μια μέρα να φύγει για τον πόλεμο. Παίρνει λοιπόν τα μέτρα του και στέλνει το νεαρό αγόρι στην Σκύρο, να ζήσει με τις κόρες του βασιλιά του νησιού Λυκομήδη.
Αρκετοί ήρωες όπως ο Αχιλλέας, ο Ηρακλής, ο Διόνυσος, φαίνεται να έζησαν κάποια περίοδο της ζωής τους μεταμφιεσμένοι σε κορίτσια σε γυναικωνίτες ανακτόρων γνέθοντας. Στην Κρήτη τα αγόρια που δεν ήταν αρκετά μεγάλα ώστε να βαστούν όπλα ονομαζόταν σκότιοι, «εκείνοι που διατριβούν στον γυναικωνίτη».
Ο Αχιλλέας ζει μαζί τους, σαν κορίτσι, στον γυναικωνίτη. Αφού πέρασε την παιδική του ηλικία με τον Χείρωνα και τους Κενταύρους που τον μεγάλωσαν, έχει φτάσει τώρα στην ηλικία όπου οι διαφορές στα δύο φύλλα δεν είναι έντονες, είναι δυσδιάκριτες.
Δεν έχει βγάλει ακόμα γένια, δεν έχει τρίχες, μοιάζει με χαριτωμένο μικρό κορίτσι, έχει την ακαθόριστη ομορφιά των εφήβων, που είναι κορίτσια και αγόρια μαζί, περισσότερο κορίτσια και λιγότερο αγόρια. Μένει λοιπόν μαζί με τις φιλενάδες του αμέριμνος. Κανένας άλλος ήρωας δεν είχε τόση οικειότητα με τις γυναίκες, όσο ο Αχιλλέας.
Στα εννιά του χρόνια έπαιζε στην Σκύρο σαν κοριτσάκι ανάμεσα στα άλλα, και μόνο ο ήχος της σάλπιγγας του Οδυσσέα τον ξύπνησε από τον θηλυκό του ύπνο. Τότε γεύθηκε μια ευτυχία που σε κανέναν άλλον δεν παραχωρήθηκε: να είναι κορίτσι και να ξελογιάζει κορίτσια.
Υπήρχε ένα λιβάδι στην ανεμοδαρμένη Σκύρο και εκεί οι κόρες του Λυκομήδη μάζευαν λουλούδια. Το βλέμμα τους ήταν ευθύ, τα μάγουλα τους στρόγγυλα, και είχανε χάρη στις κινήσεις.
Ο Αχιλλέας ανάμεσά τους ξεχώριζε γιατί έριχνε με μια πιο απότομη κίνηση τα μαλλιά του πίσω. Ήταν μια ξένη φίλη, που έπαιζε με τις κόρες του Λυκομήδη, αλλά η μεγαλύτερή τους, η Δηιδάμεια, που γέννησε γρήγορα τον γιο του μυστικού τους έρωτα: τον Νεοπτόλεμο.
Ποιο όνομα είχε πάρει όμως ο Αχιλλέας όταν «κρύφτηκε» ανάμεσα στις γυναίκες; Μας λέει επί τούτου ο Ρ. Γκρέιβς:
«Κατά τον Σουητώνιο οι εικοτολογίες ποικίλλων λογίων τους οποίους συμβουλεύτηκε ο αυτοκράτορας Τιβέριος επί του θέματος συνέκλιναν στα εξής ονόματα:
Κέρκησα εξαιτίας της κερκίδας, της σαΐτας, που τόσο επιδέξια χειριζόταν ο Αχιλλέας όταν ύφαινε. Αισσώ εξαιτίας της γρηγοράδας του (αίσσω = κινούμαι ταχέως) και Πύρρα εξαιτίας της πυρρόξανθης κόμης του.» (ΣτΜ. Πύρρα, «ερυθρά γη» ήταν και η πρώιμη μυθική ονομασία της γενέτειρας του Θεσσαλίας).
Η άποψη μου είναι πάντως ότι ο Αχιλλέας αυτοαποκλήθηκε Δακρυόεσσα, (δακρυρροούσα), η καλύτερα Δροσόεσσα (δροσοροούσα), δεδομένου ότι η δρόσος είναι το ποιητικό συνώνυμο των δακρύων.
Κατά τον Απολλώνιο τον Ρόδιο το αρχικό του όνομα ήταν Λιγυρός, «ο γοερά θρηνών» το οποίο του το άλλαξε ο παιδαγωγός του Χείρων, γεγονός που υποδεικνύει πιθανόν η λατρεία του Αχιλλέα να έφτασε από την Λιγυρία στην Θεσσαλία.
Ο Όμηρος χαριτολογώντας ετυμολογεί το όνομά του από το άχος «απελπισία», και ο Απολλόδωρος από την πλευρά του θεωρεί ότι ήταν άχειλος, «χωρίς χείλη».
Πως όμως τελειώνει αυτή η αμέριμνη περίοδος για τον Αχιλλέα;
Όλοι ζούσαν ευτυχισμένοι, μέχρι τη στιγμή που ο μάντης Κάλχας προφήτεψε ότι η Τροία δεν πρόκειται να πέσει χωρίς τον Αχιλλέα. Και τότε μπαίνει στο προσκήνιο ο πολυμήχανος Οδυσσέας, που ανατρέπει τα σχέδια της Θέτιδας, αναλαμβάνοντας να ανακαλύψει τον ήρωα και να τον πείσει να συμμετέχει στην εκστρατεία εναντίον της Τροίας. Πήγε να τον βρει μεταμφιεσμένος ως πλανόδιος έμπορος και ζήτησε να τον αφήσουν να δείξει την πραμάτεια του στα κορίτσια.
Όταν χρειάστηκε να βρουν τον Αχιλλέα ο Οδυσσέας σκέφτηκε αμέσως το τέχνασμα με το οποίο ο Παλαμήδης του είχε αφαιρέσει το προσωπείο. Έτσι μεταμφιεσμένος ο Οδυσσέας βγάζει από το πανέρι του υφάσματα, κεντήματα, πόρπες, κοσμήματα για να τους τα δείξει και τα σαράντα εννιά κορίτσια στριμώχνονται για θαυμάσουν τα στολίδια. Ένα όμως στέκει παράμερα αδιάφορο. Εκεί ανάμεσα σε καμιά πενηνταριά κορίτσια ο Αχιλλέας δεν ξεχωρίζει.
Ο Οδυσσέας τότε βγάζει ένα μαχαίρι -κατά μια άλλη εκδοχή μια ασπίδα και ένα δόρυ- και η κοπέλα που έστεκε παράμερα ορμάει καταπάνω του και αρπάζει το μαχαίρι. Ο Οδυσσέας ξεσκεπάσει τον Αχιλλέα.
Πίσω από τα τείχη αντηχεί μια πολεμική σάλπιγγα, οι γυναίκες στην γειτονιά πανικοβάλλονται, τα σαράντα εννιά κορίτσια το βάζουν στα πόδια, και μόνο ένα «κορίτσι» με το μαχαίρι στο χέρι, βαδίζει προς την μουσική, έτοιμο να ξεκινήσει για την μάχη.
Ο Αχιλλέας είναι έτοιμος να φύγει για τον πόλεμο.
Ο Οδυσσέας αναγνωρίζει τον Αχιλλέα
Του έλαχε η πιο σύντομη ζωή, γιατί αντικαθιστούσε για την Θέτιδα, τον γιο που θα εκθρόνιζε τον Δία και που ποτέ δεν γεννήθηκε. Αντί για θεός με μεγαλύτερη διάρκεια ζωής από τους άλλους θεούς, υπήρξε άνθρωπος με συντομότερη ζωή από άλλους ανθρώπους.
Αλλά και ο πλησιέστερος σε έναν θεό. Ο Αχιλλέας είναι ο χρόνος στην καθαρή μορφή που καλπάζει μακριά. Περιορισμένος σε ένα απειροελάχιστο κλάσμα διάρκειας, είχε τις αρετές που βρίσκονται κοντύτερα σε εκείνες των πλασμάτων του Ολύμπου: την ένταση και την ευκολία.
Όποιος απολαμβάνει την ζωή, το πιο πολύτιμο αγαθό της γης για τα εφήμερα πλάσματα, αρνείται κάθε ελπίδα αθανασίας. Όποιος επιθυμεί την αθανασία, αποδέχεται να χάσει, εν μέρει, την ζωή του προτού καλά καλά την ζήσει.
Αν ο Αχιλλέας, σύμφωνα με την βούληση του γέρου πατέρα του, επιλέξει να μείνει στο σπίτι του, στην Φθία, ασφαλής με την οικογένεια του, θα ζήσει χρόνια πολλά, ειρηνικά και ευτυχισμένα, διανύοντας ολόκληρο τον κύκλο του χρόνου που μοιραίνει τους θνητούς, ως τα βαθιά γεράματα του, μέσα στην αγάπη και στην στοργή.
Ο Αχιλλέας όμως κάνει την αντίθετη επιλογή: σύντομη ζωή και δόξα παντοτινή. Διαλέγει να φύγει μακριά, να αφήσει τα πάντα πίσω του, να ζήσει τους κινδύνους όλους, να αφοσιωθεί προκαταβολικά στο θάνατο. Επιλέγει τον δοξασμένο θάνατο μέσα στην ομορφιά της νεαρής ζωής του, που παραμένει αιώνια.
Το όνομα Αχιλλέας, οι περιπέτειες, η ιστορία, το πρόσωπό του θα παραμείνουν για πάντα ολοζώντανα στην μνήμη των ανθρώπων, που οι γενιές τους διαδέχονται η μια την άλλη μέσα στους αιώνες, και χάνονται η μια μετά την άλλη, μέσα στο σκοτάδι και την σιωπή του θανάτου.
Αιώνια δόξα σε αυτόν που πεθαίνει νέος.
Για να πραγματοποιηθεί το παραπάνω άρθρο πληροφορίες συλλέχθηκαν από: Ρ.Γκρέιβς «η Λευκή θεά» / Vernant» Το Σύμπαν, οι Θεοί, οι άνθρωποι «/ Καλλάσο» Οι γάμοι του Κάδμου και της Αρμονίας
[Πηγή]
Το είδαμε εδώ
Οι απόψεις του ιστολογίου μας δεν συμπίπτουν απαραίτητα με το περιεχόμενο των άρθρων που δημοσιεύουμε