.

Δευτέρα 1 Αυγούστου 2016

Ομηρος: Λέξεις ίδιες / με διαφορετική ή παρόμοια σημασία σήμερα

Μιλάμε Αρχαία Ελληνικά: Πάρτε οι νεότεροι μια… ιδέα από τας… «εντολας» και «υποδείξεις» δικών μας εποχών....

«Οι μαθηταί δέον όπως φέρωσιν εις την επιμελώς κεκαρμένην κεφαλήν των, εντός και εκτός σχολείου, ευπρεπώς το πηλήκιόν των. Προσέτι δέον όπως και «το φέρειν ορθώς». Ήτοι η γλαυξ πρέπει να ευρίσκηται εις την νοητήν ευθείαν της ρινός του μαθητού. Να διατηρώσιν δε τούτο καθαρόν και εις αρίστην κατάστασιν. Πάσα παρέκκλισις θα τιμωρήται δι’ αποβολής και δι’ εκπτώσεως της διαγωγής».
.
Αυτό…. ήταν η «καθαρεύουσα» των γραικύλων «μιστριώτηδων».
.
(Προσέξτε ΠΩΣ ΠΑΓΙΔΕΥΟΝΤΑΙ οι λέξεις και η διατύπωσή τους. Μιλάμε ουσιαστικά για μια
ΣΤΑΔΙΑΚΗ Α Π Ο Λ Ι Θ Ω Σ Η της Ελληνικής γλώσσας και της ΜΥΡΙΟΣΗΜΑΝΤΗΣ εξέλιξής της.
Ακινητοποιούνται τα πάντα: Το «δέον όπως», η «γλαυξ», «να διατηρώσιν»… λ.χ θα παραμείνουν εσαεί έτσι.
.
ΜΟΝΟ στην Ελλάδα η «πηγή», η «αφετηρία» της Ελληνικής γλώσσας, παρά λίγο να γίνει τροχοπέδη της. (δείτε «Γλώσσα Ελληνική: Διαρκές το… έγκλημα»)
.
Ευτυχώς η «Αλεξανδρινή Κοινή» θα δώσει την λύση, έστω κι αν οι ως άνω «μιστριώτηδες»,
επιχείρησαν κι αυτήν να την «νοθεύσουν».
.
Ως συνέχεια άλλων σχετικών σημειωμάτων μου («ο Όμηρος… έβριζε υπέροχα»/ «Εκφράσεις σημερινές Ομηρικής προέλευσης», «Ελληνικές λέξεις και φράσεις που σήμερα μας φέρνουν σε αμηχανία»).
.
γυμνός= ο άοπλος, ο… αφοπλισμένος, ανυπεράσπιστος. (Αλλά και σήμερα: «πήγε με… γυμνά χέρια»).
.
σώμα= το πτώμα, το λείψανο. Στον Όμηρο, πάντα το άψυχο, το νεκρό σώμα, η σορός, ο νεκρός, ο νέκυς, αμενηνά κάρηνα.
Για το… ζωντανό σώμα= δέμας και (μερικώς) είδος, φυή
.
«παρθενική νεήνις», «κούρη»= ό,τι ΚΑΙ… σήμερα λέμε κόρη, κορίτσι=δηλαδή με βασικό… προαπαιτούμενο να είναι… ανύπαντρη, (είτε είναι ειτε δεν είναι…. «κόρη» πλέον)
.
παρθενοπίπης= ματάκιας, οφθαλμολάγνος (λ.χ ο… γυναιμανής Πάρης)
Αυτός που «οπιπεύει»= περιεργάζεται, κρυφοκοιτάζει (λάθρη) γυναίκες
.
ή αλλιώς οπ(ι)πεύει.. από όπου και αργότερα η λέξη…. ορθογραφημένη: (θ)ωπεύει (με ένα «π» αλλά έκταση του «ο» σε «ω»).
Γι’ αυτό σχεδόν πάντα η «θωπεία»….δεν είναι ηθικώς και τόσο σόι.
(«εθώπευεν τα… κρυφία της». ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ. Γλώσσα- ήθη, εποχής…. Δράκου Σέιχ-σου, από την κατάθεση μιας από τις γυναίκες θύματά του).
.
λιπαρός= λαμπερός, ωραίος, γυαλιστερός, ακριβός, δυνατός, πολυτελής
Κατά περίπτωση η σημασιολογία: Λ.χ λιπαρό κρήδεμνο= πολυτελής μαντήλα, εσάρπα/λιπαρά ποδια= ωραία πόδια (για γυναίκα), δυνατά ποδια (για τον άνδρα) κ.α
.
αλοιφή= πάχος (διατηρήθηκε αυτούσια η σημασία της Ομηρικής «αλοιφής»
στο ποντιακό «άλειμμα»=πάχος, βούτυρο) (Και «πίαρ- πίειρα»/ «πίειρα γαία= παχιά,γόνιμη γη, σε αντίθεση με την «λεπτόγεω»)
.
γύναιον= ανήθικη γυναίκα. Μέχρι σήμερα ο λαός «κράτησε» την Ομηρική αυτή λέξη με το ίδιο απαξιωτικό περιεχόμενο (παλιογύναιο, παλιογυναίκα).
.
φως= άνθρωπος (πληθυντικός «φώτες»= άνθρωποι)
.
κυανούς, κυάνεος= σκούρος, σχεδόν μαύρος= μέλας (κυανόπεζα=τραπέζια μαυρόποδα)
κυανή χαίτη= μαύρη χαίτη/ «κυανόπεπλος»= η μαυροντυμένη, η μαυροφόρα
.
Σήμερα όμως «Κυανή Ακτή=…. κυανή ακτή», «κυανούς σταυρός», η κυανόλευκος…. κλπ
.
παραπέμπω=ξεπροβοδώ, ξεβγάζω (αυτό που σήμερα λέμε «προπέμπω»)
.
ένορχος= αυνούχιστος, ανέκτομος, τα… έχει, αρχι@@τος
(δηλαδή η λέξη δεν έχει σχέση με… χορό και… ενορχήστρωση).
.
κόπτω=στον Όμηρο, χτυπώ (κόπανος, κοπανάω, κοπετός, κόπτομαι-«κόβομαι» κλπ)
.
Για το σημερινό «κόβω, τεμαχίζω, σχίζω», ο Όμηρος έχει το «τάμνω»(τέμνω, τομή). «μελεϊστί τάμησιν=(ο Τηλέμαχος) θα σας κόψει κομμάτια, προειδοποιεί
τις «κακές» δούλες η Ευρύκλεια.
.
ΑΛΛΑ επί τη ευκαιρία, και η η εκπληκτική ταυτοσημία:
Όμηρος= «τάμνω πέλαγος, όρη». Σήμερα= δια-σχίζω την θάλασσα, σχίζω τα βουνά (και…. παντού ρωτάω….)
.
φιλέω= φιλεύω, φιλοξενώ, αγαπώ (δεν σημαίνει «φιλώ»).
Για το σημερινό φιλ ά ω=φιλώ ο Όμηρος έχει το ρήμα «κυνέω- κύσσε»
(από όπου το φιλί των… ξένων= κιςς).
δες σχετικό σημείωμά μου. («φιλί εμείς, κιςς οι ξένοι…. μαγκιά τους»)
.
πατήρ=μπαμπάς, αλλά σε στιγμές… τρυφερότητας (λ.χ χαρτζιλίκι, έξοδος, πάρτι) «πάππα», «αττα»=σημερινό μπαμπακούλη μου και τα παρόμοια, ακόμη και… ντάντυ)
.
Το ίδιο και το επόμενο:
μήτηρ= μητέρα, μαμά, αλλά στο πιο τρυφερό: «μαία»=καλομάνα, μαμάκα μου,
μανούλα… μάμη.
.
περιπλέκομαι και περιφύω=Τυλίγομαι γύρω, σφιχταγκαλιάζω, δυνατά, γερά, αγκαλιάζω ολοκληρωτικά. (αμφι- βάλλω χείρας γούνασι=τυλίγω τα χέρια ολόγυρα στα πόδια).
(ικεσία βέβαια, ίσως όμως κάπως πιο υπερβολική).
.
Πάντως…. 1000 (χίλια) χρόνια μετά, ο Πλούταρχος χρησιμοποιεί….ευθέως σεξουαλικώς το ρήμα, λ.χ για τους… ζιγκολό της εποχής (= «γραΐ περιεπλέχθη»)
Από όπου και σημερινές ανάλογες εκφράσεις (που «παίζουν» όμως ανάμεσα στο Ομηρικό «περιπλέκομαι» και στο «εμπλέκομαι»). «Τα… έμπλεξε με παντρεμένη» / «έμπλεξε
με κακές παρέες».
.
λιάζομαι= αυτούσια Ομηρική λέξη. Στον Όμηρο όμως σημαίνει παρεκτρέπομαι,υποχωρώ
αποσύρομαι, εξαφανίζομαι.
(παρότι ακουστικά ταυτόσημη με το σημερινό ομώνυμο «λιάζομαι»= μαζεύω… ήλιο)
.
Υ.Γ Δείτε φίλοι μου την «απρόβλεπτη» πλην Υ Π Ε Ρ Ο Χ Η ΣΥΝΟΧΗ μ έ σ α από την ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ και τον διαρκή συγχρονισμό της γλώσσας, όταν εξελίσσεται ΑΔΕΣΜΕΥΤΑ… και αποτιμήστε το έγκλημα της ΑΚΙΝΗΣΙΑΣ των απολιθωμάτων («ω πλατεία οδέ»…. «πεφάνσω») που μας επέβαλλαν (τότε) στα σχολειά μας.
Απολιθώματα που ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΑΝ να τα διαιωνίσουν, ως….ΔΗΘΕΝ γλώσσα (!!!) μέσω της …. Καθαρεύουσας.
.
Ένα….πρόχειρο δείγμα έδωσα στην αρχή.
.
Χρυσόστομος Τσιρίδης

[Πηγή]