Όλη η πορεία της ζωής μου απέδειξε πιστεύω, ότι είμαι πολύ δυνατός!....
Και η δύναμή μου έγκειται στο γεγονός ότι είμαι πολύ ψηλός (εξωτερικά και εσωτερικά) και ως εκ τούτου, ως σήμερα στάθηκε αδύνατο για τους δημίους των εξουσιαστών -αυτών που με καταπατούν, όπως καταπατούν τον Λαό και την Πατρίδα μου- να φτάσουν τον πέλεκυ τόσο ψηλά, ώστε να με αποκεφαλίσουν.
Όπως το κάνουν για κάθε «υπήκοο» που έχει το θράσος να εναντιωθεί στη θέληση των μεγάλων Αφεντικών της Μπανανίας.
Στα 1966 όπως ξέρετε, έκανα τον Μουσικό Αύγουστο στον Λυκαβηττό. Επί έναν ολόκληρο μήνα, με 20.000 ακροατές κάθε βράδυ -μιας και η νεολαία είχε σκαρφαλώσει στο λόφο που είναι πάνω από το θέατρο και είχε πλημμυρίσει την πλατεία.
Μεταξύ των τραγουδιών ήταν κι ένα που αναφερόταν απαξιωτικά σε μια μεγάλη Αθηναϊκή εφημερίδα της εποχής εκείνης που με χτυπούσε ιδιαίτερα! Και τότε ο μέγας ιδιοκτήτης της ήρθε στο σπίτι μου για να με ικετεύσει να το αποσύρω ζητώντας μου χίλια συγγνώμη.
Αργότερα, στην εποχή της Χούντας, υπήρχε ένας ανταποκριτής της Γαλλικής εφημερίδας “Le Monde” ονόματι Marc Marceau, ο μόνος που επαινούσε φανατικά τους νέους εξουσιαστές.
Και τότε, από τη Ζάτουνα, του αφιέρωσα ένα ολόκληρο τραγούδι, που το έπαιζαν όλοι οι ξένοι σταθμοί και στο τέλος το τραγούδησε και ο Υβ Μοντάν σε δίσκο στα γαλλικά… Όταν βρέθηκα στο Παρίσι στα 1970, λίγες μόνο μέρες μετά, δέχθηκα στο σπίτι μου την επίσκεψη του Διευθυντή αυτής της εφημερίδας (που στην Γαλλία είναι αληθινό καθεστώς), ο οποίος με ικέτευσε να το αποσύρω ζητώντας μου χίλια συγγνώμη.
Σήμερα, με την πλήρη αποσιώπηση του άρθρου μου «Ώρα Μηδέν», (όπως και όλων σχεδόν των άρθρων μου των τελευταίων ετών) από ΟΛΕΣ τις μεγάλες Αθηναϊκές εφημερίδες και τα μεγάλα Κανάλια, αποφάσισα να συνθέσω ένα ορατόριο, μέσα στο οποίο θα διακωμωδώ με θανατηφόρο χιούμορ και με το όνομα και το επώνυμό τους όλους ανεξαιρέτως τους ιδιοκτήτες, διευθυντές και αρχισυντάκτες των μεγάλων εφημερίδων και καναλιών, που θα είναι οι … «ήρωες» αυτού του νέου έργου…
Αυτή θα είναι η άμυνά μου και συγχρόνως η εκδίκησή μου, γιατί γνωρίζω καλά ότι όλοι αυτοί οι κύριοι δεν διστάζουν να πνίξουν τη φωνή ενός συμπατριώτη τους εκτελώντας δουλικά τις εντολές ενός κρυφού ξένου Διευθυντηρίου. Και μάλιστα τη φωνή κάποιου που κακοποιήθηκε στα μπουντρούμια της Μπουμπουλίνας υπερασπιζόμενος την Δημοκρατία και την Ελευθερία του Τύπου, που σήμερα έχει δυστυχώς χάσει τη μνήμη του.
Εγώ, ω θλιβεροί μου διώκτες, συμβαίνει να έχω συγκρουστεί με όλους τους μέχρι σήμερα ισχυρούς εξουσιαστές που βρήκα μπροστά μου και που θέλησαν να πνίξουν τη φωνή μου, τη φωνή της μουσικής μου, την σκέψη μου και τις ιδέες μου. Οι πιο πολλοί απ’ αυτούς είναι σήμερα ξεχασμένοι σκελετοί και όσοι δεν έχουν ξεχαστεί τελείως, αποτελούν θλιβερή ανάμνηση στα βάθη της μνήμης του Λαού.
Αντίθετα ο Λαός αυτός εξακολουθεί να αγαπά το έργο μου και να εκτιμά την σκέψη και το ήθος μου, γιατί εξακολουθεί να με βλέπει ακέραιο, με το κεφάλι ψηλά και στη θέση του, μιας και όπως είπα, οι διώκτες μου είναι πολύ κοντοί για να με καρατομήσουν.
Αθήνα, 15.2.2016
Μίκης Θεοδωράκης
[Πηγή]
Και η δύναμή μου έγκειται στο γεγονός ότι είμαι πολύ ψηλός (εξωτερικά και εσωτερικά) και ως εκ τούτου, ως σήμερα στάθηκε αδύνατο για τους δημίους των εξουσιαστών -αυτών που με καταπατούν, όπως καταπατούν τον Λαό και την Πατρίδα μου- να φτάσουν τον πέλεκυ τόσο ψηλά, ώστε να με αποκεφαλίσουν.
Όπως το κάνουν για κάθε «υπήκοο» που έχει το θράσος να εναντιωθεί στη θέληση των μεγάλων Αφεντικών της Μπανανίας.
Στα 1966 όπως ξέρετε, έκανα τον Μουσικό Αύγουστο στον Λυκαβηττό. Επί έναν ολόκληρο μήνα, με 20.000 ακροατές κάθε βράδυ -μιας και η νεολαία είχε σκαρφαλώσει στο λόφο που είναι πάνω από το θέατρο και είχε πλημμυρίσει την πλατεία.
Μεταξύ των τραγουδιών ήταν κι ένα που αναφερόταν απαξιωτικά σε μια μεγάλη Αθηναϊκή εφημερίδα της εποχής εκείνης που με χτυπούσε ιδιαίτερα! Και τότε ο μέγας ιδιοκτήτης της ήρθε στο σπίτι μου για να με ικετεύσει να το αποσύρω ζητώντας μου χίλια συγγνώμη.
Αργότερα, στην εποχή της Χούντας, υπήρχε ένας ανταποκριτής της Γαλλικής εφημερίδας “Le Monde” ονόματι Marc Marceau, ο μόνος που επαινούσε φανατικά τους νέους εξουσιαστές.
Και τότε, από τη Ζάτουνα, του αφιέρωσα ένα ολόκληρο τραγούδι, που το έπαιζαν όλοι οι ξένοι σταθμοί και στο τέλος το τραγούδησε και ο Υβ Μοντάν σε δίσκο στα γαλλικά… Όταν βρέθηκα στο Παρίσι στα 1970, λίγες μόνο μέρες μετά, δέχθηκα στο σπίτι μου την επίσκεψη του Διευθυντή αυτής της εφημερίδας (που στην Γαλλία είναι αληθινό καθεστώς), ο οποίος με ικέτευσε να το αποσύρω ζητώντας μου χίλια συγγνώμη.
Σήμερα, με την πλήρη αποσιώπηση του άρθρου μου «Ώρα Μηδέν», (όπως και όλων σχεδόν των άρθρων μου των τελευταίων ετών) από ΟΛΕΣ τις μεγάλες Αθηναϊκές εφημερίδες και τα μεγάλα Κανάλια, αποφάσισα να συνθέσω ένα ορατόριο, μέσα στο οποίο θα διακωμωδώ με θανατηφόρο χιούμορ και με το όνομα και το επώνυμό τους όλους ανεξαιρέτως τους ιδιοκτήτες, διευθυντές και αρχισυντάκτες των μεγάλων εφημερίδων και καναλιών, που θα είναι οι … «ήρωες» αυτού του νέου έργου…
Αυτή θα είναι η άμυνά μου και συγχρόνως η εκδίκησή μου, γιατί γνωρίζω καλά ότι όλοι αυτοί οι κύριοι δεν διστάζουν να πνίξουν τη φωνή ενός συμπατριώτη τους εκτελώντας δουλικά τις εντολές ενός κρυφού ξένου Διευθυντηρίου. Και μάλιστα τη φωνή κάποιου που κακοποιήθηκε στα μπουντρούμια της Μπουμπουλίνας υπερασπιζόμενος την Δημοκρατία και την Ελευθερία του Τύπου, που σήμερα έχει δυστυχώς χάσει τη μνήμη του.
Εγώ, ω θλιβεροί μου διώκτες, συμβαίνει να έχω συγκρουστεί με όλους τους μέχρι σήμερα ισχυρούς εξουσιαστές που βρήκα μπροστά μου και που θέλησαν να πνίξουν τη φωνή μου, τη φωνή της μουσικής μου, την σκέψη μου και τις ιδέες μου. Οι πιο πολλοί απ’ αυτούς είναι σήμερα ξεχασμένοι σκελετοί και όσοι δεν έχουν ξεχαστεί τελείως, αποτελούν θλιβερή ανάμνηση στα βάθη της μνήμης του Λαού.
Αντίθετα ο Λαός αυτός εξακολουθεί να αγαπά το έργο μου και να εκτιμά την σκέψη και το ήθος μου, γιατί εξακολουθεί να με βλέπει ακέραιο, με το κεφάλι ψηλά και στη θέση του, μιας και όπως είπα, οι διώκτες μου είναι πολύ κοντοί για να με καρατομήσουν.
Αθήνα, 15.2.2016
Μίκης Θεοδωράκης
[Πηγή]