Η πρέσβης της Ελλάδος στη Βιέννη, καλείται στην Αθήνα για διαβουλεύσεις, με απόφαση του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Κοτζιά....
Η κίνηση της κυβέρνησης στοχεύει στη διαφύλαξη των φιλικών σχέσεων μεταξύ των κρατών και των λαών της Ελλάδας και της Αυστρίας, αναφέρει η σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών.
«Είναι σαφές ότι, τα μεγάλα προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν με σκέψεις, νοοτροπίες και εξωθεσμικές πρωτοβουλίες που έχουν τις ρίζες τους στο 19ο αιώνα ούτε οι αποφάσεις των Αρχηγών κρατών μπορούν να υποκαθίστανται από οδηγίες Αστυνομικών διευθυντών.
Το τελευταίο αποτελεί ένα σημαντικό πρόβλημα δημοκρατίας. Καταδεικνύει δε την ανάγκη προστασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης από διάφορους ανιστόρητους» τονίζει το υπουργείο Εξωτερικών και προσθέτει:
«Οι μονομερείς πρωτοβουλίες για την επίλυση του προσφυγικού και οι παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου και του ευρωπαϊκού κεκτημένου από κράτη μέλη της ΕΕ είναι πρακτικές που μπορούν υποσκάψουν τα θεμέλια και τη διαδικασία της Ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Οι ευθύνες για την αντιμετώπιση της μεταναστευτικής και προσφυγικής κρίσης δεν μπορούν να βαρύνουν μία μόνο χώρα. Η κοινή λογική επιτάσσει ότι η αποτελεσματική αντιμετώπιση του σύνθετου αυτού προβλήματος θα πρέπει να διέπεται από τις αρχές της αλληλεγγύης και της δίκαιης κατανομής των βαρών. Η Ελλάδα εργάζεται σε μια τέτοια κατεύθυνση».
Η ανάκληση της πρεσβευτού, Χρυσούλας Αλειφέρη, έρχεται μία ημέρα μετά τη Διάσκεψη της Βιέννης για τα Δυτικά Βαλκάνια στην οποία, οι προερχόμενοι από το Λαϊκό Κόμμα υπουργοί Εσωτερικών και Εξωτερικών, Γιοχάνα Μικλ-Λάιτνερ και Σεμπάστιαν Κουρτς, είχαν συγκαλέσει εξωθεσμικά και ερήμην της άμεσα ενδιαφερόμενης Ελλάδας, τους ομολόγους τους από εννέα βαλκανικές χώρες -Αλβανία, Βοσνία, Βουλγαρία, Κόσοβο, Κροατία, Μαυροβούνιο, Σκόπια, Σλοβενία και Σερβία, με αντικείμενο το συντονισμό τους για τη μείωση των προσφυγικών ροών.
Είχε προηγηθεί το διάβημα του υπουργείου Εξωτερικών, δύο ημέρες πριν, στο οποίο η πρωτοβουλία για τη σύγκληση της Διάσκεψης εν απουσία της Ελλάδας, χαρακτηριζόταν ως «πράξη μη φιλική» και «εξωθεσμική που παραβιάζει το γράμμα και το πνεύμα των Συνθηκών της ΕΕ και του διεθνούς δικαίου για τους πρόσφυγες».
[Πηγή]
Η κίνηση της κυβέρνησης στοχεύει στη διαφύλαξη των φιλικών σχέσεων μεταξύ των κρατών και των λαών της Ελλάδας και της Αυστρίας, αναφέρει η σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών.
«Είναι σαφές ότι, τα μεγάλα προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν με σκέψεις, νοοτροπίες και εξωθεσμικές πρωτοβουλίες που έχουν τις ρίζες τους στο 19ο αιώνα ούτε οι αποφάσεις των Αρχηγών κρατών μπορούν να υποκαθίστανται από οδηγίες Αστυνομικών διευθυντών.
Το τελευταίο αποτελεί ένα σημαντικό πρόβλημα δημοκρατίας. Καταδεικνύει δε την ανάγκη προστασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης από διάφορους ανιστόρητους» τονίζει το υπουργείο Εξωτερικών και προσθέτει:
«Οι μονομερείς πρωτοβουλίες για την επίλυση του προσφυγικού και οι παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου και του ευρωπαϊκού κεκτημένου από κράτη μέλη της ΕΕ είναι πρακτικές που μπορούν υποσκάψουν τα θεμέλια και τη διαδικασία της Ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Οι ευθύνες για την αντιμετώπιση της μεταναστευτικής και προσφυγικής κρίσης δεν μπορούν να βαρύνουν μία μόνο χώρα. Η κοινή λογική επιτάσσει ότι η αποτελεσματική αντιμετώπιση του σύνθετου αυτού προβλήματος θα πρέπει να διέπεται από τις αρχές της αλληλεγγύης και της δίκαιης κατανομής των βαρών. Η Ελλάδα εργάζεται σε μια τέτοια κατεύθυνση».
Η ανάκληση της πρεσβευτού, Χρυσούλας Αλειφέρη, έρχεται μία ημέρα μετά τη Διάσκεψη της Βιέννης για τα Δυτικά Βαλκάνια στην οποία, οι προερχόμενοι από το Λαϊκό Κόμμα υπουργοί Εσωτερικών και Εξωτερικών, Γιοχάνα Μικλ-Λάιτνερ και Σεμπάστιαν Κουρτς, είχαν συγκαλέσει εξωθεσμικά και ερήμην της άμεσα ενδιαφερόμενης Ελλάδας, τους ομολόγους τους από εννέα βαλκανικές χώρες -Αλβανία, Βοσνία, Βουλγαρία, Κόσοβο, Κροατία, Μαυροβούνιο, Σκόπια, Σλοβενία και Σερβία, με αντικείμενο το συντονισμό τους για τη μείωση των προσφυγικών ροών.
Είχε προηγηθεί το διάβημα του υπουργείου Εξωτερικών, δύο ημέρες πριν, στο οποίο η πρωτοβουλία για τη σύγκληση της Διάσκεψης εν απουσία της Ελλάδας, χαρακτηριζόταν ως «πράξη μη φιλική» και «εξωθεσμική που παραβιάζει το γράμμα και το πνεύμα των Συνθηκών της ΕΕ και του διεθνούς δικαίου για τους πρόσφυγες».
[Πηγή]