– Οι Μεγάλοι Ίωνες στην Κίνα -
το 1983–1984 a, 30 km Δυτικά του Hotan (Khotan), στην Tarim Basin. Εκτίθενται στο Μουσείο Xinjiang, Ürümqi, China
Οι παραστάσεις απεικονίζουν ένα πολεμιστή με γαλάζια μάτια ο οποίος κρατάει ακόντιο, ενώ στο μέτωπο του φέρει σύμβολο βασίλειο της Ελληνιστικής περιόδου, και ένα Κένταυρο. Η τοιχογραφία αποτελεί πειστήριο των επαφών που είχαν τα Ελληνιστικά βασίλεια με την Κίνα, τον 3ο πχ. αιώνα.
Οι Νταγιουάν ή Ταγιουάν (Κινέζικα: 大宛, pinyin Dàyuān, Μεγάλοι Ίωνες) ήταν λαός στην τοποθεσία της κοιλάδας Φεργκάνα στην Κεντρική Ασία, ο οποίος περιγράφεται στα Κινεζικά ιστορικά έργα των Γραπτών του Μεγάλου Ιστορικού.
Οι Κινεζικές μαρτυρίες, περιγράφουν τους Νταγιουάν ως κατοίκους οχυρωμένων πόλεων με τους ίδιους να έχουν Καυκάσια χαρακτηριστικά, και οι τρόποι και έθιμα τους να είναι πανομοιότυποι με τους κατοίκους του Ελληνικού βασιλείου της Βακτριανής, ένα Ελληνιστικό βασίλειο το οποίο κυβερνούσε την περιοχή της Βακτρίας, νοτιότερα, στην περιοχή που αντιστοιχεί στο σημερινό βόρειο Αφγανιστάν.
Οι Νταγιουάν περιγράφονται επίσης ως ικανοί τεχνίτες καθώς και πως έτρεφαν ιδιαίτερη αγάπη στο κρασί. Οι Νταγιουάν, ήταν πιθανώς οι απόγονοι των Ελλήνων αποίκων και στρατιωτών οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή το329 π.Χ. μέσω των εκστρατειών του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και αργότερα μετακινήθηκαν βορειότερα από την Αλεξάνδρεια την Εσχάτη, ευημερώντας παράλληλα με τα Ελληνιστικά βασίλεια των Σελευκιδών και των Ελληνοβακτρών, μέχρι που απομονώθηκαν από τους νότιους πληθυσμούς λόγω των μαζικών μεταναστεύσεων των Τόχαρων περίπου το 160 π.Χ. από τα βόρεια της Κίνας.
Φαίνεται πως η ονομασία Γιουάν, ήταν απλώς μια μεταγραφή της Ινδικής λέξης Γιόνα ή Γιαβάνα, η οποία χρησιμοποιούνταν σε όλη την Ασία για να περιγράψει τους Έλληνες(Ίωνες), έτσι το Τα-γιουάν παίρνει τη σημασία του Μεγάλοι Ίωνες.
Η αλληλεπίδραση μεταξύ των Νταγιουάν και των Κινέζων είναι ιστορικά κρίσιμη, καθώς αντιπροσωπεύει μια από τις πρώτες κύριες επαφές μεταξύ ενός αστικοποιημένου δυτικού πολιτισμού και του Κινεζικού, προλειαίνοντας το έδαφος για τον μετέπειτα σχηματισμό του Δρόμου του Μεταξιού, ο οποίος έγινε ο συνδετικός κρίκος μεταξύ Ανατολής και Δύσης κατά τις εμπορικές και πολιτιστικές ανταλλαγές που ξεκίνησαν από τον 1ο αιώνα π.Χ. και συνεχίστηκαν έως τον 15ο αιώνα.
Περίπου στο 130 π.Χ., το χρονικό σημείο των ταξιδιών του Ζανγκ Κιουάν στην Κεντρική Ασία, οι Νταγιουάν περιγράφονται ως οι κάτοικοι μιας τοποθεσίας που αντιστοιχεί στη Φεργκάνα, στη μακρινή δύση της Κινεζικής αυτοκρατορίας.
“Η πρωτεύουσα του βασιλείου των Νταγιουάν είναι η πόλη της Γκουισάν [Khujand], απομακρυσμένη από το Τσανκάν στα 12,550 λι [κινέζικη μονάδα μέτρησης] . Το βασίλειο περιέχει 60.000 οικογένειες, και ο πληθυσμός του είναι 300.000, με 60.000 εκπαιδευμένους στρατιώτες, έναν αντιβασιλέα, και ένα πρίγκηπα ως Εθνικό Βοηθό. Η έδρα του κυβερνήτη βρίσκεται στα ανατολικά σε απόσταση 4,031 λι.” (Han Shu)
Στα νοτιοδυτικά τους υπήρχαν οι περιοχές των Γουεζί Τόχαρων, με τους Ελληνοβάκτριους να βρίσκονται ακόμα πιο νότια, πέρα από τον Ώξο“ Η μεγάλη Γουέ-τσι [Yueh-chih] βρίσκεται περίπου 2000 ή 3000 λι δυτικά των Νταγιουάν, κατοικούν στα βόρεια του ποταμού Κουέι [Kuei, Ώξος].
Στα νότια τους υπάρχει η Νταξία [[[Βακτριανή]]], στα δυτικά οι ΑνξίςΠάρθες, στα βόρεια οι Κανγκτζού Σογδιανοί.” (Shiji, 123.5b)
Η εξιστόρηση συνεχίζει λέγοντας πως οι Τόχαροι αρχικά κατοικούσαν στην λωρίδα της Γκανσού (κεντρική Κίνα), πριν να νικηθούν από τους Χιονγκ-νου του Μάο-τουν και αργότερα επίσης από τον γιο του το 176 π.Χ., κάτι που τους ανάγκασε να υποχωρήσουν πέρα από την περιοχή των Νταγιουάν και να επανεγκατασταθούν στη Δύση πάνω στις όχθες τουποταμού Ώξου, μεταξύ της περιοχής των Νταγιουάν και της Βακτρίας στο νότο.
Ταπισερί Ελληνιστικής περιόδου: Πιθανή απεικόνιση Έλληνα στρατιώτη, σε μάλλινη επένδυση τοίχου, ταπισερί της Σαμπούλ (Sampul tapestry), Ουρούμτσι, Σιντζιάνγκ
Τα έθιμα των Νταγιουάν αναφέρονται πως είναι πανομοιότυπα με αυτά των Ελληνοβακτριανών στο νότο, οι οποίοι είχαν ιδρύσει το Ελληνικό βασίλειο της Βακτριανής.
“Τα έθιμα τους [των Βακτρίων] είναι τα ίδια με αυτά των Νταγιουάν. Οι άνθρωποι έχουν σταθερές κατοικίες και ζουν μέσα σε οχυρωμένες πόλεις και κανονικά σπίτια όπως οι Νταγιουάν. Δεν έχουν μεγάλους βασιλείς ή αυτοκράτορες, αλλά παντού μέσα στις οχυρωμένες πόλεις τους έχει η κάθε μια τον δικό της μικρό βασιλιά.” (Shiji, 123.3b)
Περιγράφονται ως αστικοί πληθυσμοί, σε αντίθεση με τους πληθυσμούς των Τόχαρων, Γουσούν (Wusun) ή τους Χιονγκ-νου οι οποίοι ήταν όλοι νομάδες
“Έχουν οχυρωμένες πόλεις και σπίτια, οι μεγάλες και οι μικρές πόλεις τους ανήκουν, εβδομήντα στον αριθμό, περιέχουν συνολικό πληθυσμό μερικών εκατοντάδων χιλιάδων…Υπάρχουν πάνω από εβδομήντα άλλες πόλεις στη χώρα.” (Han Shu)
Ο Στζί σχολιάζει την Καυκάσια εμφάνιση και τον πολιτισμό των ανθρώπων στη γη των Νταγιουάν:
Ο Ζανγκ Κιουάν αφήνει τον αυτοκράτορα Χαν Γουντί, αναχωρώντας για την εξερεύνησή του στην Κεντρική Ασία από το 138 έως το 126 π.Χ., ζωγραφική σπηλαίου του Μογκάο
«Αν και τα κράτη από το Νταγιουάν μέχρι την Άνξι [Βακτριανή] μιλάνε αρκετά διαφορετικές γλώσσες, τα έθιμα και οι τρόποι τους είναι γενικά παρόμοια και οι γλώσσες τους αλληλοκατανοητές μεταξύ τους.
Οι άνδρες έχουν όλοι βαθουλωτά μάτια και πυκνά γένια και μουστάκια. Είναι έμπειροι στο εμπόριο και θα παζαρέψουν μέχρι και το κλάσμα ενός λεπτού στην τιμή. Οι γυναίκες τυγχάνουν μεγάλου σεβασμού, και οι άντρες αποφασίζουν παίρνοντας υπ’όψιν την γνώμη των γυναικών τους
Ήταν σπουδαίοι τεχνίτες και εκτιμούσαν πολύ το κρασί:
“Συνεχώς οι Νταγιουάν φτιάχνουν κρασί από τα σταφύλια. Οι πλούσιοι ανάμεσα τους αποθηκεύουν ως και 10,000 πέτρες[μονάδα μέτρησης βάρους, stone, 10.000 ισούνται με 63.5 τόνους] και παραπάνω στα κελάρια τους, και το κρατάνε για αρκετές δεκάδες χρόνια χωρίς να χαλάει. Στους άνθρωπους αυτούς αρέσει το κρασί.” (Shiji, 123).
Σύμφωνα με τον Στζί, τα σταφύλια και η αλφάλφα εισήχθησαν στη Κίνα από τους Νταγιουάν μετά το ταξίδι του Ζανγκ Κιουάν:
«Οι περιοχές γύρω από το Νταγιουάν φτιάχνουν κρασί από σταφύλια, και οι πιο οικονομικά επιφανείς κρατάν ως και 10,000 ή περισσότερα πίκουλ αποθηκευμένο. Μπορεί να κρατηθεί για ως είκοσι με τριάντα χρόνια χωρίς να χαλάσει.
Οι άνθρωποι αγαπούν το κρασί και τα άλογα το αλφάλφα. Οι αντιπρόσωποι του Χαν επέστρεψαν φέρνοντας σταφύλια και αλφάλφα σπόρους στην Κίνα και ο αυτοκράτορας για πρώτη φορά δοκίμασε να φυτέψει τα φυτά αυτά σε γόνιμο έδαφος.
Αργότερα, όταν ο Χαν απέκτησε μεγάλο αριθμό των «ουράνιων αλόγων» και οι αντιπρόσωποι από άλλες χώρες άρχισαν να καταφθάνουν με τις συνοδείες τους, η γη σε όλες τις πλευρές των καλοκαιρινών παλατιών και πύργων αναψυχής του αυτοκράτορα ήταν φυτεμένη με σταφύλια και αλφάλφα τόσο μακριά όσο μπορεί να δεί το μάτι.»
Ο Στζί ισχυρίζεται επίσης πως η χύτευση μετάλλων εισήχθη στους Νταγιουάν από λιποτάκτες στρατιώτες των Χαν:
«η χύτευση των νομισμάτων και των σκευών τους ήταν πριν άγνωστη. Αργότερα όμως, όταν κάποιοι από τους Κινέζους στρατιώτες που συνόδευαν τις αντιπροσωπείες των Χαν αυτομόλησαν και παραδόθηκαν στους ανθρώπους αυτών των περιοχών, τους δίδαξαν πως να χυτεύουν το μέταλλο και να κατασκευάζουν όπλα.»
Μετά τις αναφορές του Ζανγκ Κιουάν ο οποίος αρχικά είχε σταλθεί για να συνάψει συμμαχία με τους Τόχαρους εναντίον των Χιονγκ-νου χωρίς αποτέλεσμα, ο Κινέζος αυτοκράτορας Χαν Γουντί ενδιαφέρθηκε για την ανάπτυξη εμπορικών σχέσεων με τους ανεπτυγμένους αστικούς πολιτισμούς της Φεργκάνα, Βακτριανής και Παρθίας.
“Ο Γιός του Ουρανού στο άκουσμα όλων αυτών αποφάσισε έτσι λοιπόν: Η Φεργκάνα [Νταγιουάν] και οι κατοχές της Βακτριανής και της Παρθίας είναι μεγάλες χώρες, γεμάτες με σπάνια αγαθά, και με πληθυσμούς που ζουν σε μόνιμες κατοικίες και με επαγγέλματα τα οποία μοιάζουν αρκετά με αυτά των Κινέζων, αλλά με αδύναμους στρατούς, και με μεγάλη εκτίμηση στην πλούσια παραγωγή της Κίνας” (Shiji, 123)
Οι Κινέζοι στη συνέχεια έστειλε πολυάριθμες αποστολές, γύρω στις δέκα ανά έτος, σε αυτές τις χώρες και τόσο μακριά όσο η Συρία των Σελευκιδών.
“Έτσι περισσότερες αποστολές απεστάλησαν στο Αν-σι Παρθία, Αν-τσάι Αλανοί, Λι-καν Συρία των Σελευκιδών, Τιαου-τσι Χαλδαία, και Σον-του [Ινδία]… Ως γενική εκτίμηση, μάλλον πάνω από δέκα τέτοιες αποστολές στάλθηκαν κατά τη διάρκεια ενός έτους, και το λιγότερο πέντε ή έξι.” (Shiji, 123)
Οι Κινέζοι ήταν επίσης έντονα γοητευμένοι από τα ψηλά και δυνατά άλογα («ουράνια άλογα») που είχαν στην κατοχή τους οι Νταγιουάν, των οποίων η χρήση από τους Κινέζους θα ήταν κρίσιμης σημασίας στη διαμάχη τους με τα τουρκομογγολικά φύλα των Χιονγκ-νου.
Η άρνηση των Νταγιουάν να προσφέρουν μεγάλο αριθμό αλόγων, μαζί με μια αλληλουχία μικροσυμπλοκών και απώλειας σεβασμού, οδήγησαν στο θάνατο ενός Κινέζου απεσταλμένου και την κατάσχεση του χρυσού τον οποίο είχαν στείλει οι Κινέζοι ως πληρωμή για τα άλογα.
[Πηγή]
Το είδαμε εδώ