Μπορεί η Κυβέρνηση να επιμένει στη ρητορική της... ανάπτυξης, η εικόνα της αγοράς όμως άλλα δείχνει! ....
Οι καθ' ύλην αρμόδιοι φορείς δεν έχουν πάψει «ούτε ένα λεπτό» να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, ωστόσο όπως αποτυπώνεται στην πραγματικότητα σε... ώτα μη ακουόντων.
Κάθε μέρα από την αρχή της κρίσης γινόμαστε μάρτυρες της ερήμωσης εμπορικών δρόμων ή συνοικιακών επιχειρήσεων που κατεβάζουν ρολά.
Απογοητευτική εικόνα και τα άδεια καταστήματα είτε από εμπόρευμα, είτε από... πελάτες.
Τη σαθρή εικόνα επιβεβαιώνουν τα στοιχεία του ΓΕΜΗ (Γενικό Εμπορικό Μητρώο) που δείχνουν «έκρηξη» 78,08% των λουκέτων στην αγορά το α’ τρίμηνο του τρέχοντος έτους.
Μεγαλύτερο πλήγμα δέχεται η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα ενώ παρατηρείται και κλείσιμο ανώνυμων εταιρειών.
Για πρώτη φορά στα χρόνια της κρίσης οι διαγραφές επιχειρήσεων (επιχειρήσεις που κλείνουν) είναι περισσότερες κατά 4.000 από αυτές που ανοίγουν, καθώς κάποιες σταματούν οριστικά, κάποιες άλλες μεταναστεύουν σε γειτονικές χώρες και άλλες εισέρχονται στη σφαίρα της παραοικονομίας της αδήλωτης εργασίας και των αδήλωτων εισοδημάτων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΓΕΜΗ, στο διάστημα από 1ης Ιανουαρίου 2016 έως 22 Μαρτίου διαγράφηκαν 9.812 επιχειρήσεις, αριθμός κατά 78,08% υψηλότερος σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2015, με βάση δημοσίευμα καθημερινής εφημερίδας.
Ωστόσο, τα πραγματικά λουκέτα δεν αποκλείεται να είναι περισσότερα από τα καταγεγραμμένα, καθώς πολλές επιχειρήσεις «κατεβάζουν ρολά», χωρίς να το δηλώσουν, καθώς χρωστούν σε Δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία, προμηθευτές και τράπεζες.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, τα στοιχεία αποτυπώνουν δραστική αύξηση των διαγραφών των επιχειρήσεων και σημαντική μείωση των συστάσεων καινούργιων επιχειρηματικών σχημάτων.
Για πρώτη φορά στην κρίση το ισοζύγιο είναι αρνητικό, δηλαδή οι διαγραφές είναι περισσότερες κατά σχεδόν 4.000.
Αναλυτικότερα, από 1/1/16 έως 22/3/2016 διαγράφηκαν 9.812 επιχειρήσεις αριθμός κατά 78,08% υψηλότερος σε σχέση με το 2015. Ο αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος γιατί στις αρχές του περασμένου χρόνου είχαν καλλιεργηθεί μεγάλες προσδοκίες και επικρατούσε υπέρμετρη αισιοδοξία λόγω της επικείμενης κυβερνητικής αλλαγής.
Σε σπιράλ επιδείνωσης
Σε άλλη έρευνα που δημοσιοποιήθηκε κάποιες μέρες νωρίτερα καταγραφόταν ένας δεύτερος κύκλος επιδείνωσης της ελληνικής επιχειρηματικότητας.
Σύμφωνα με την εξαμηνιαία αποτύπωση οικονομικού κλίματος στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος για το επόμενο εξάμηνο πάνω από τις μισές επιχειρήσεις δηλώνουν ότι μπορεί να βάλουν λουκέτο, με πιθανό ενδεχόμενο να κλείσουν τελικά 21.000 επιχειρήσεις και να χαθούν 52.000 - 55.000 θέσεις εργασίας, εκ των οποίων 31.000 μισθωτοί (εργοδότες, αυτοαπασχολούμενοι).
Αυτό είπε μάλιστα ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ Γιώγος Καββαθάς οι επιχειρήσεις ζουν στα χρόνια της αποεπένδυσης και στο «τρίγωνο της αβεβαιότητας» που απαρτίζεται από την αοριστία για την αξιολόγηση, την πίεση από τις προσφυγικές ροές και την πολιτική ρευστότητα.
Στην ίδια έρευνα, τα στοιχεία έδειχναν αυξητική τάση στα επαγγέλματα ... «της βαλίτσας» (φροντιστήρια, κομμωτής, ηλεκτρολόγος κλπ).
Η έρευνα έδειχνε 3 στις 4 επιχειρήσεις να δηλώνουν επιδείνωση του δείκτη ρευστότητας και ως φυσικό επακόλουθο ο δείκτης αποεπένδυσης να παραμένει σε υψηλά επίπεδα με μόλις το 3,4% των επιχειρήσεων να δηλώνει ότι θα προβεί σε νέες επενδύσεις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μόλις το 9,4% των ερωτηθέντων αναμένει βελτίωση για την πορεία της επιχείρησης του ενώ το 61,2% αναμένει επιδείνωση και το 52,2% θεωρεί ως πολύ πιθανό τον κίνδυνο του λουκέτου εκ των οποίων άμεσο κίνδυνο διακοπής λειτουργίας το επόμενο διάστημα αντιμετωπίζει το 18,1%.
Ως εκ τούτου από αυτά τα στοιχεία προκύπτει ότι η μείωση των επιχειρήσεων το επόμενο εξάμηνο θα είναι 21.000 και θα αφορά κυρίως τις πολύ μικρές επιχειρήσεις ενώ παράλληλα ο κίνδυνος απώλειας 40.000 έως 45.000 θέσεων συνολικής απασχόλησης είναι κάτι περισσότερο ορατός.
Στην έρευνα αποτυπώνεται ότι το κυριότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι η συσσώρευση φορολογικών υποχρεώσεων και το απόθεμα χρεών που δημιουργήθηκε σε συνδυασμό με τα τρέχοντα υψηλά φορολογικά βάρη με 4 στις 10 επιχειρήσεις αναμένεται να μην είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις ασφαλιστικές και φορολογικές υποχρεώσεις για το 2016 και αυτό δεν είναι άσχετο από το γεγονός ότι το 50,3% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που έχουν αναλάβει δημόσιο έργο έχει "λαμβάνειν" από δομές του δημοσίου (τοπικές, περιφερειακές αρχές, νοσοκομεία, στρατός, σχολεία κλπ).
Ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο είναι ότι στις αρχές του 2016 το 61,2% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι διαθέτει e-banking ενώ τερματικό POS διαθέτει το 39,9% των επιχειρήσεων. Τα ποσοστά αν και αυξημένα σε σχέση με τον Ιούλιο του 2015 υποδηλώνουν τον χαμηλό βαθμό διείσδυσης της ψηφιακής τεχνολογίας στις μικρές επιχειρήσεις, την έλλειψη πλαισίου κινήτρων εκ μέρους της πολιτείας και των φορολογικών αρχών και τα αυξημένα κόστη τραπεζικών πορμηθειών, που εκτείνονται από την αγορά, τη συντήρηση και τη χρησιμοποίηση των τερματικών συσκευών.
Είναι ενδεικτικό ότι πάνω από το 37% των επιχειρήσεων επιβαρύνονται με προμήθεια 1,5% και άνω επί του τζίρου, αυξάνει το κόστος ανά επιχείρηση.
Ακόμη, το επόμενο εξάμηνο αναμένεται νέα συρρίκνωση των επενδύσεων για μία στις τρεις επιχειρήσεις ενώ μόλις το 3,4% δηλώνει ότι θα προβεί σε νέες επενδύσεις. Η κατάσταση αυτή εκτιμάται ότι τροφοδοτεί ένα νέο σπιράλ ύφεσης αποεπένδυσης υποαπασχόλησης των παραγωγικών συντελεστών.
Τέλος, καταγράφεται επαναληπτικά η δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην έγκαιρη καταβολή των μισθών με μία στις δύο να παρουσίαζει το πρόβλημα και μία στις τρείς να έχει μειώσει τις αποδοχές των υπαλλήλων της στο προηγούμενο εξάμηνο. Επιπρόσθετα μία στις τρεις δηλώνει ότι είναι πιθανόν να μειώσει μισθούς ή ώρες εργασίας στο επόμενο εξάμηνο.
[Πηγή]
Οι καθ' ύλην αρμόδιοι φορείς δεν έχουν πάψει «ούτε ένα λεπτό» να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, ωστόσο όπως αποτυπώνεται στην πραγματικότητα σε... ώτα μη ακουόντων.
Κάθε μέρα από την αρχή της κρίσης γινόμαστε μάρτυρες της ερήμωσης εμπορικών δρόμων ή συνοικιακών επιχειρήσεων που κατεβάζουν ρολά.
Απογοητευτική εικόνα και τα άδεια καταστήματα είτε από εμπόρευμα, είτε από... πελάτες.
Τη σαθρή εικόνα επιβεβαιώνουν τα στοιχεία του ΓΕΜΗ (Γενικό Εμπορικό Μητρώο) που δείχνουν «έκρηξη» 78,08% των λουκέτων στην αγορά το α’ τρίμηνο του τρέχοντος έτους.
Μεγαλύτερο πλήγμα δέχεται η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα ενώ παρατηρείται και κλείσιμο ανώνυμων εταιρειών.
Για πρώτη φορά στα χρόνια της κρίσης οι διαγραφές επιχειρήσεων (επιχειρήσεις που κλείνουν) είναι περισσότερες κατά 4.000 από αυτές που ανοίγουν, καθώς κάποιες σταματούν οριστικά, κάποιες άλλες μεταναστεύουν σε γειτονικές χώρες και άλλες εισέρχονται στη σφαίρα της παραοικονομίας της αδήλωτης εργασίας και των αδήλωτων εισοδημάτων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΓΕΜΗ, στο διάστημα από 1ης Ιανουαρίου 2016 έως 22 Μαρτίου διαγράφηκαν 9.812 επιχειρήσεις, αριθμός κατά 78,08% υψηλότερος σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2015, με βάση δημοσίευμα καθημερινής εφημερίδας.
Ωστόσο, τα πραγματικά λουκέτα δεν αποκλείεται να είναι περισσότερα από τα καταγεγραμμένα, καθώς πολλές επιχειρήσεις «κατεβάζουν ρολά», χωρίς να το δηλώσουν, καθώς χρωστούν σε Δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία, προμηθευτές και τράπεζες.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, τα στοιχεία αποτυπώνουν δραστική αύξηση των διαγραφών των επιχειρήσεων και σημαντική μείωση των συστάσεων καινούργιων επιχειρηματικών σχημάτων.
Για πρώτη φορά στην κρίση το ισοζύγιο είναι αρνητικό, δηλαδή οι διαγραφές είναι περισσότερες κατά σχεδόν 4.000.
Αναλυτικότερα, από 1/1/16 έως 22/3/2016 διαγράφηκαν 9.812 επιχειρήσεις αριθμός κατά 78,08% υψηλότερος σε σχέση με το 2015. Ο αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος γιατί στις αρχές του περασμένου χρόνου είχαν καλλιεργηθεί μεγάλες προσδοκίες και επικρατούσε υπέρμετρη αισιοδοξία λόγω της επικείμενης κυβερνητικής αλλαγής.
Σε σπιράλ επιδείνωσης
Σε άλλη έρευνα που δημοσιοποιήθηκε κάποιες μέρες νωρίτερα καταγραφόταν ένας δεύτερος κύκλος επιδείνωσης της ελληνικής επιχειρηματικότητας.
Σύμφωνα με την εξαμηνιαία αποτύπωση οικονομικού κλίματος στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος για το επόμενο εξάμηνο πάνω από τις μισές επιχειρήσεις δηλώνουν ότι μπορεί να βάλουν λουκέτο, με πιθανό ενδεχόμενο να κλείσουν τελικά 21.000 επιχειρήσεις και να χαθούν 52.000 - 55.000 θέσεις εργασίας, εκ των οποίων 31.000 μισθωτοί (εργοδότες, αυτοαπασχολούμενοι).
Αυτό είπε μάλιστα ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ Γιώγος Καββαθάς οι επιχειρήσεις ζουν στα χρόνια της αποεπένδυσης και στο «τρίγωνο της αβεβαιότητας» που απαρτίζεται από την αοριστία για την αξιολόγηση, την πίεση από τις προσφυγικές ροές και την πολιτική ρευστότητα.
Στην ίδια έρευνα, τα στοιχεία έδειχναν αυξητική τάση στα επαγγέλματα ... «της βαλίτσας» (φροντιστήρια, κομμωτής, ηλεκτρολόγος κλπ).
Η έρευνα έδειχνε 3 στις 4 επιχειρήσεις να δηλώνουν επιδείνωση του δείκτη ρευστότητας και ως φυσικό επακόλουθο ο δείκτης αποεπένδυσης να παραμένει σε υψηλά επίπεδα με μόλις το 3,4% των επιχειρήσεων να δηλώνει ότι θα προβεί σε νέες επενδύσεις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μόλις το 9,4% των ερωτηθέντων αναμένει βελτίωση για την πορεία της επιχείρησης του ενώ το 61,2% αναμένει επιδείνωση και το 52,2% θεωρεί ως πολύ πιθανό τον κίνδυνο του λουκέτου εκ των οποίων άμεσο κίνδυνο διακοπής λειτουργίας το επόμενο διάστημα αντιμετωπίζει το 18,1%.
Ως εκ τούτου από αυτά τα στοιχεία προκύπτει ότι η μείωση των επιχειρήσεων το επόμενο εξάμηνο θα είναι 21.000 και θα αφορά κυρίως τις πολύ μικρές επιχειρήσεις ενώ παράλληλα ο κίνδυνος απώλειας 40.000 έως 45.000 θέσεων συνολικής απασχόλησης είναι κάτι περισσότερο ορατός.
Στην έρευνα αποτυπώνεται ότι το κυριότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι η συσσώρευση φορολογικών υποχρεώσεων και το απόθεμα χρεών που δημιουργήθηκε σε συνδυασμό με τα τρέχοντα υψηλά φορολογικά βάρη με 4 στις 10 επιχειρήσεις αναμένεται να μην είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις ασφαλιστικές και φορολογικές υποχρεώσεις για το 2016 και αυτό δεν είναι άσχετο από το γεγονός ότι το 50,3% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που έχουν αναλάβει δημόσιο έργο έχει "λαμβάνειν" από δομές του δημοσίου (τοπικές, περιφερειακές αρχές, νοσοκομεία, στρατός, σχολεία κλπ).
Ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο είναι ότι στις αρχές του 2016 το 61,2% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι διαθέτει e-banking ενώ τερματικό POS διαθέτει το 39,9% των επιχειρήσεων. Τα ποσοστά αν και αυξημένα σε σχέση με τον Ιούλιο του 2015 υποδηλώνουν τον χαμηλό βαθμό διείσδυσης της ψηφιακής τεχνολογίας στις μικρές επιχειρήσεις, την έλλειψη πλαισίου κινήτρων εκ μέρους της πολιτείας και των φορολογικών αρχών και τα αυξημένα κόστη τραπεζικών πορμηθειών, που εκτείνονται από την αγορά, τη συντήρηση και τη χρησιμοποίηση των τερματικών συσκευών.
Είναι ενδεικτικό ότι πάνω από το 37% των επιχειρήσεων επιβαρύνονται με προμήθεια 1,5% και άνω επί του τζίρου, αυξάνει το κόστος ανά επιχείρηση.
Ακόμη, το επόμενο εξάμηνο αναμένεται νέα συρρίκνωση των επενδύσεων για μία στις τρεις επιχειρήσεις ενώ μόλις το 3,4% δηλώνει ότι θα προβεί σε νέες επενδύσεις. Η κατάσταση αυτή εκτιμάται ότι τροφοδοτεί ένα νέο σπιράλ ύφεσης αποεπένδυσης υποαπασχόλησης των παραγωγικών συντελεστών.
Τέλος, καταγράφεται επαναληπτικά η δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην έγκαιρη καταβολή των μισθών με μία στις δύο να παρουσίαζει το πρόβλημα και μία στις τρείς να έχει μειώσει τις αποδοχές των υπαλλήλων της στο προηγούμενο εξάμηνο. Επιπρόσθετα μία στις τρεις δηλώνει ότι είναι πιθανόν να μειώσει μισθούς ή ώρες εργασίας στο επόμενο εξάμηνο.
[Πηγή]