Σάλο και οργή έχει προκαλέσει στην Ελλάδα το δημοσίευμα της γνωστής για τα μόνιμα επιθετικά της αισθήματα για την Ελλάδα αγγλικής εφημερίδας Times σύμφωνα με το οποίο οι νεαρές ελληνίδες βρίσκονται σε τέτοια οικονομική απόγνωση που πουλάνε το κορμί τους....
για ένα σάντουϊτς ή μία τυρόπιτα.
Το παντελώς ανυπόστατο όσο και ακραία δυσφημιστικό για την χώρα μας δημοσίευμα, είναι αποτέλεσμα της συνεργασίας της ιστορικής αυτής εφημερίδας με την Ανθή Καρασάββα, μία δημοσιογράφο η οποία έχει αναλάβει… εργολαβικά εδώ και χρόνια να προβάλει ό,τι πιο αρνητικό στερεότυπο υπάρχει για τους Έλληνες υπό τον μανδύα του «ρεπορτάζ».
Πρόκειται ίσως για την πιο αμφιλεγόμενη ξένη ανταποκρίτρια στην Ελλάδα, η οποία μάλιστα διεγράφη το 2009 από την Γενική Συνέλευση της Ένωσης Ξένων Ανταποκριτών γιατί όπως είχε ανακοινωθεί είχε έμμισθη σχέση με δημόσιες υπηρεσίες (μεταξύ άλλων και με το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης επί σειρά ετών, τόσο επί ΝΔ όσο και επί ΠΑΣΟΚ).
Μέχρι να εκδιωχθεί, η Ανθή Καρασάββα ήταν ανταποκρίτρια των New York Times και του CNN, θέση από την οποία εξασκούσε την τέχνη του ανθελληνικού ρεπορτάζ με ιδιαίτερη ζέση. Αρκεί να θυμηθούμε ότι είχε αναφερθεί στις ανασκαφές της Αμφίπολης ως μιας πόλης που βρίσκεται κοντά στη Μακεδονία (εννοώντας τα Σκόπια!), ξεσηκώνοντας τους πάντες εναντίον της.
Στο ίδιο μήκος κύματος και πολλά ακόμα ρεπορτάζ στα οποία αναφέροντας δεκάδες απιθανότητες (όπως για παράδειγμα η δήθεν εκπαίδευση Κούρδων του ΡΚΚ στη Νέα Μάκρη!), με μόνιμο πάντα μοτίβο την διάθεσή της να προκαλέσει θόρυβο όχι με την ακρίβεια του ρεπορτάζ αλλά με την χολή που θα εκτόξευε εναντίον της Ελλάδας.
Η μεγαλωμένη στη Νέα Υόρκη Ανθή Καρασάββα έχει πλέον βρει στέγη σε «φιλικό -και δη ανθελληνικό- λιμάνι», τους βρετανικούς Times. Εκεί όπου ξαναχτύπησε χθες, με το προαναφερθέν «ρεπορτάζ» το οποίο στερείται κάθε σχέσης με την αλήθεια και την πραγματικότητα της Ελλάδας σήμερα.
Όπως η ίδια αναφέρει, το «ρεπορτάζ« της βασίζεται σε μία έρευνα του Καθηγητή Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Γρηγόρη Λάζου, ο οποίος επί σειρά ετών ασχολείται με το θέμα της πορνείας και του trafficking στην Ελλάδα και κυρίως στην Αθήνα.
Πρόκειται για έναν άνθρωπο που έχει αφιερώσει μεγάλο μέρος της ζωής του στο συγκεκριμένο θέμα, και παρά τις πολλές φορές ακραίες θέσεις του και την προδιάθεσή του για υπερβολές, αποτελεί μια αξιόλογη πηγή για όσους θέλουν να ασχοληθούν με το θέμα.
Όπως και στα περισσότερα «ρεπορτάζ» της η Ανθή Καρασσάβα επιλέγει την οδό της επιλεκτικής δημοσιογραφίας, ξεχωρίζοντας από την μελέτη του Γρηγόρη Λάζου ό,τι βολεύει την σταθερά επικριτική για την Ελλάδα ματιά της (αλλά και της εφημερίδας που αυτή την στιγμή εξυπηρετεί).
Γιατί αν ανατρέξει κανείς σε πρόσφατες παρουσιάσεις της έρευνας του Γρηγόρη Λάζου, θα διαπιστώσει ότι οι φράσεις αυτές είναι μόνο ένα μικρό μέρος της όλης έρευνας. Μία έρευνα η οποία παρουσιάστηκε στις αρχές του 2015, και κάνει λόγο για μείωση του φαινομένου της πορνείας και του trafficking στην Ελλάδα. Γεγονός με το οποίο συμφωνεί και η Ελληνική Αστυνομία αλλά και ο τότε αναπληρωτής Υπουργός Δημόσιας Τάξης Γιάννης Πανούσης.
Ενδεικτικό της αντίληψης για την «δημοσιογραφία» της Ανθής Καρασάββα είναι και ο τρόπος της επιλεκτικής ανάγνωσης της έρευνας. Ενώ τα στατιστικά στοιχεία όπως παρουσιάζονται από τον καθηγητή, δείχνουν ότι η παρουσία των Ελληνίδων είναι στο πλαίσιο του αναμενόμενου, η Καρασάββα εφευρίσκει ένα ποσοστό της τάξης του… 80%.
Παρουσιάζοντας μάλιστα έναν… τιμοκατάλογο του αγοραίου έρωτα στην Αθήνα με τα μόλις 2 ευρώ για μισή ώρα (να μη μιλήσουμε για τον απίθανο τίτλο ότι οι Ελληνίδες πουλάνε σεξ για μια τυρόπιτα ή ένα σάντουϊτς) ο οποίος είναι εκτός πραγματικότητας.
Το θέμα είναι ότι πέρα από τις στατιστικές και τις «έρευνες» εκείνο που έχει σημασία είναι ότι για άλλη μια φορά η δημοσιογράφος Ανθή Καρασάββα χρησιμοποίησε την θέση της για να κάνει κακό στην χώρα μας, για ένα θέμα που, εν πολλοίς, είναι ήσσονος σημασίας.
Πιστή στον δρόμο που έχει χαράξει εδώ και πολλά χρόνια, επιμένει να ασκεί την «δημοσιογραφία» γράφοντας ανταποκρίσεις από μία Ελλάδα όχι όπως είναι αλλά όπως την φτιάχνει η ίδια για «μια χούφτα δολάρια». Είναι εκεί που πλέον αρχίζεις να σκέφτεσαι ότι ίσως μία τυρόπιτα έχει μάλλον μεγαλύτερη αξία από κάποια ρεπορτάζ.
[Πηγή]
για ένα σάντουϊτς ή μία τυρόπιτα.
Το παντελώς ανυπόστατο όσο και ακραία δυσφημιστικό για την χώρα μας δημοσίευμα, είναι αποτέλεσμα της συνεργασίας της ιστορικής αυτής εφημερίδας με την Ανθή Καρασάββα, μία δημοσιογράφο η οποία έχει αναλάβει… εργολαβικά εδώ και χρόνια να προβάλει ό,τι πιο αρνητικό στερεότυπο υπάρχει για τους Έλληνες υπό τον μανδύα του «ρεπορτάζ».
Πρόκειται ίσως για την πιο αμφιλεγόμενη ξένη ανταποκρίτρια στην Ελλάδα, η οποία μάλιστα διεγράφη το 2009 από την Γενική Συνέλευση της Ένωσης Ξένων Ανταποκριτών γιατί όπως είχε ανακοινωθεί είχε έμμισθη σχέση με δημόσιες υπηρεσίες (μεταξύ άλλων και με το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης επί σειρά ετών, τόσο επί ΝΔ όσο και επί ΠΑΣΟΚ).
Μέχρι να εκδιωχθεί, η Ανθή Καρασάββα ήταν ανταποκρίτρια των New York Times και του CNN, θέση από την οποία εξασκούσε την τέχνη του ανθελληνικού ρεπορτάζ με ιδιαίτερη ζέση. Αρκεί να θυμηθούμε ότι είχε αναφερθεί στις ανασκαφές της Αμφίπολης ως μιας πόλης που βρίσκεται κοντά στη Μακεδονία (εννοώντας τα Σκόπια!), ξεσηκώνοντας τους πάντες εναντίον της.
Στο ίδιο μήκος κύματος και πολλά ακόμα ρεπορτάζ στα οποία αναφέροντας δεκάδες απιθανότητες (όπως για παράδειγμα η δήθεν εκπαίδευση Κούρδων του ΡΚΚ στη Νέα Μάκρη!), με μόνιμο πάντα μοτίβο την διάθεσή της να προκαλέσει θόρυβο όχι με την ακρίβεια του ρεπορτάζ αλλά με την χολή που θα εκτόξευε εναντίον της Ελλάδας.
Η μεγαλωμένη στη Νέα Υόρκη Ανθή Καρασάββα έχει πλέον βρει στέγη σε «φιλικό -και δη ανθελληνικό- λιμάνι», τους βρετανικούς Times. Εκεί όπου ξαναχτύπησε χθες, με το προαναφερθέν «ρεπορτάζ» το οποίο στερείται κάθε σχέσης με την αλήθεια και την πραγματικότητα της Ελλάδας σήμερα.
Όπως η ίδια αναφέρει, το «ρεπορτάζ« της βασίζεται σε μία έρευνα του Καθηγητή Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Γρηγόρη Λάζου, ο οποίος επί σειρά ετών ασχολείται με το θέμα της πορνείας και του trafficking στην Ελλάδα και κυρίως στην Αθήνα.
Πρόκειται για έναν άνθρωπο που έχει αφιερώσει μεγάλο μέρος της ζωής του στο συγκεκριμένο θέμα, και παρά τις πολλές φορές ακραίες θέσεις του και την προδιάθεσή του για υπερβολές, αποτελεί μια αξιόλογη πηγή για όσους θέλουν να ασχοληθούν με το θέμα.
Όπως και στα περισσότερα «ρεπορτάζ» της η Ανθή Καρασσάβα επιλέγει την οδό της επιλεκτικής δημοσιογραφίας, ξεχωρίζοντας από την μελέτη του Γρηγόρη Λάζου ό,τι βολεύει την σταθερά επικριτική για την Ελλάδα ματιά της (αλλά και της εφημερίδας που αυτή την στιγμή εξυπηρετεί).
Γιατί αν ανατρέξει κανείς σε πρόσφατες παρουσιάσεις της έρευνας του Γρηγόρη Λάζου, θα διαπιστώσει ότι οι φράσεις αυτές είναι μόνο ένα μικρό μέρος της όλης έρευνας. Μία έρευνα η οποία παρουσιάστηκε στις αρχές του 2015, και κάνει λόγο για μείωση του φαινομένου της πορνείας και του trafficking στην Ελλάδα. Γεγονός με το οποίο συμφωνεί και η Ελληνική Αστυνομία αλλά και ο τότε αναπληρωτής Υπουργός Δημόσιας Τάξης Γιάννης Πανούσης.
Ενδεικτικό της αντίληψης για την «δημοσιογραφία» της Ανθής Καρασάββα είναι και ο τρόπος της επιλεκτικής ανάγνωσης της έρευνας. Ενώ τα στατιστικά στοιχεία όπως παρουσιάζονται από τον καθηγητή, δείχνουν ότι η παρουσία των Ελληνίδων είναι στο πλαίσιο του αναμενόμενου, η Καρασάββα εφευρίσκει ένα ποσοστό της τάξης του… 80%.
Παρουσιάζοντας μάλιστα έναν… τιμοκατάλογο του αγοραίου έρωτα στην Αθήνα με τα μόλις 2 ευρώ για μισή ώρα (να μη μιλήσουμε για τον απίθανο τίτλο ότι οι Ελληνίδες πουλάνε σεξ για μια τυρόπιτα ή ένα σάντουϊτς) ο οποίος είναι εκτός πραγματικότητας.
Το θέμα είναι ότι πέρα από τις στατιστικές και τις «έρευνες» εκείνο που έχει σημασία είναι ότι για άλλη μια φορά η δημοσιογράφος Ανθή Καρασάββα χρησιμοποίησε την θέση της για να κάνει κακό στην χώρα μας, για ένα θέμα που, εν πολλοίς, είναι ήσσονος σημασίας.
Πιστή στον δρόμο που έχει χαράξει εδώ και πολλά χρόνια, επιμένει να ασκεί την «δημοσιογραφία» γράφοντας ανταποκρίσεις από μία Ελλάδα όχι όπως είναι αλλά όπως την φτιάχνει η ίδια για «μια χούφτα δολάρια». Είναι εκεί που πλέον αρχίζεις να σκέφτεσαι ότι ίσως μία τυρόπιτα έχει μάλλον μεγαλύτερη αξία από κάποια ρεπορτάζ.
[Πηγή]