Το κομμένο κεφάλι που ανακαλύφθηκε στη Βραζιλία τοποθετείται χρονικά γύρω στο 7.400 π.Χ. Τα ακρωτηριασμένα χέρια του θύματος τοποθετήθηκαν τελετουργικά το ένα απέναντι από το άλλο. Το υπόλοιπο σώμα κάηκε. Photo: Danilo Bernardo. Πηγή: Pinterest
• Ο πραγματικός λόγος που γίνονταν οι ανθρωποθυσίες στον αρχαίο κόσμο. • Ο παλαιότερος τελετουργικός αποκεφαλισμός στον κόσμο συνέβη πριν από 9.000 χρόνια στη Βραζιλία. • Θυσίες, αυτοθυσίες και τελετές περάσματος στον άλλο κόσμο. • Η έδρα της ψυχής....στο σώμα σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες ανατόμους.
ΑΦΟΡΜΗ για τη συγγραφή αυτού του άρθρου αποτέλεσε η ανακοίνωση ομάδας ανθρωπολόγων στις 23 Σεπτεμβρίου για την εύρεση του αρχαιότερου λείψανου ιερής ανθρωποθυσίας. Πρόκειται για ένα κρανίο που βρέθηκε θαμμένο στη Βραζιλία, το οποίο αποκόπηκε από το σώμα του θύματος με αποκεφαλισμό.
Η αποτρόπαιη αυτή ανακάλυψη φέρνει στο νου τις μαζικές ανθρωποθυσίες στο Κεντρικό Μεξικό, τις οποίες οι Αζτέκοι τελούσαν απαρέγκλιτα δεκαοκτώ φορές το μήνα. Από την άλλη μεριά, το εύρημα μεταφέρει αυτή τη μέθοδο εκτέλεσης πολλές χιλιετίες πίσω.
Μέχρι πρόσφατα οι επιστήμονες πίστευαν πως ο αποκεφαλισμός εμφανίστηκε πριν από 3.000 χρόνια. Οι νέες έρευνες όμως δείχνουν ότι αυτή η μέθοδος εκτέλεσης ήταν σε χρήση στην οροσειρά των Άνδεων πολλές χιλιάδες χρόνια πριν, από έναν άγνωστο σε εμάς λαό, πριν διαδοθεί στους μετέπειτα λαούς της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής.
Σύμφωνα με την ομάδα των επιστημόνων που διενεργεί τις έρευνες, η πρακτική του τελετουργικού αποκεφαλισμού ήταν σε χρήση πριν από 9.000 χρόνια στην περιοχή των Άνδεων και πιο συγκεκριμένα στην ανατολική Βραζιλία, σε μια περιοχή που απέχει σχεδόν 1.000 χιλιόμετρα από τα σύνορα με τη Βολιβία.
Όπως αναφέρει η εφημερίδα El Mundo, την ανακάλυψη έκανε διεθνής ομάδα ερευνητών από το Τμήμα Ανθρώπινης Εξέλιξης του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για την Εξελικτική Ανθρωπολογία που εδρεύει στη Λειψία της Γερμανίας. Επικεφαλής της ομάδας είναι οι ερευνητές Αντρέ Στρος (André Strauss) και Ντομίνγκο Κάρλος Σαλαζάρ-Γκαρσία. Η σχετική μελέτη δημοσιεύεται στην επιστημονική επιθεώρηση Plos-One.
Η ομάδα ερευνά από το 2007 την περιοχή Λάππα ντο Σάντο της Βραζιλίας, όπου υπάρχουν ενδείξεις ανθρώπινης παρουσίας πριν από 12.700 χρόνια. Το κρανίο ήταν θαμμένο σε έναν χώρο καρστικών σχηματισμών από σπήλαια με σταλακτίτες και σταλαγμίτες στη Λαγκόα Σάντα της ανατολικής κεντρικής Βραζιλίας. Πάνω στο κρανίο ήταν τοποθετημένα αντικριστά τα κομμένα χέρια του θύματος.
Τα σπήλαια καρστικού σχηματισμού στη Λάππα ντο Σάντο της Βραζιλίας όπου έγινε η αποτρόπαια ανακάλυψη. Photo: Andersen Lyrio. Πηγή: Supplied
Σήμερα είναι πολύ δύσκολο να κατανοήσουμε τέτοιες απεχθείς πρακτικές. Θα ήταν ωστόσο λάθος να τις αποδώσουμε στον αιμοβόρο χαρακτήρα των προκολομβιανών πολιτισμών. Για τους λαούς όμως της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής ήταν κάτι περισσότερο από ένας τρόπος εκτέλεσης αιχμαλώτων.
Οι ιερές ανθρωποθυσίες, ο αποκεφαλισμός, όπως και το ξερίζωμα της καρδιάς, έπαιζαν έναν κύριο στρατηγικό και κοινωνικό ρόλο. Οι λαοί αυτοί ήταν κληρονόμοι μιας αρχαίας παράδοσης όπου ο θάνατος ήταν υπόθεση της κοινότητας και όχι υπόθεση προσωπική.
Η πρακτική του αποκεφαλισμού σχετίζεται με την έδρα της ψυχής στο σώμα. Πιο κάτω θα μιλήσουμε για το πώς υιοθετήθηκε η πρακτική αυτή, αλλά και θα επιχειρήσουμε να δώσουμε μια διαφορετική εξήγηση για το έθιμο της ανθρωποθυσίας στους πολιτισμούς των Μάγια, των Αζτέκων και των άλλων λαών του Νέου Κόσμου.
Μια διαδεδομένη πρακτική
Όλα τα ευρήματα συνηγορούν πως ο αποκεφαλισμός ήταν κάτι συνηθισμένο στην προκολομβιανή Αμερική. Όπως και στην αρχαία Ρώμη, οι αρχηγοί των ηττημένων εχθρών χρησίμευαν συχνά ως τρόπαια πολέμου που στεφάνωναν τον θρίαμβο του νικητή. Όμως υπάρχουν διαφορές όχι μόνο μεταξύ των λαών του Παλαιού και του Νέου Κόσμου, αλλά και μεταξύ των φυλών της Νότιας Αμερικής.
Για παράδειγμα, η φυλή Αράρα στην Αμαζονία της Βραζιλίας χρησιμοποιούσε τα κρανία των αιχμαλώτων ως… μουσικά όργανα, οι Ίνκα τα χρησιμοποιούσαν ως κύπελλα για να πίνουν το ποτό τους, ενώ οι Χιβάρο του Ισημερινού συρρίκνωναν τα κεφάλια των εχθρών τους για να φυλακίσουν σε αυτά τις ψυχές τους.
Στη Βολιβία, οι Ούρου-Ούρου Τσιπάγια συνέχισαν αυτές τις πρακτικές ακόμη κι όταν είχαν εκχριστιανιστεί, και πολλές φορές χρησιμοποιούσαν τα κρανία των αντιπάλων τους στις τροποποιημένες χριστιανικές τελετές τους. Τέλος, ο πολιτισμός των Τσιμού στο Περού εκτελούσε ανθρωποθυσίες στις οποίες τα θύματα αποκεφαλίζονταν.
Στον αρχαιολογικό χώρο Λάππα ντο Σάντο, εκτός του κρανίου με τα ακρωτηριασμένα χέρια, βρέθηκαν επίσης τα υπολείμματα άλλων 27 ατόμων, με τα κρανία να παρουσιάζουν επίσης κάποιες «ανωμαλίες». Για παράδειγμα, ένα κρανίο ήταν γεμάτο με εκατοντάδες δόντια!
Η ραδιοχρονολόγηση με άνθρακα-14 έδειξε ότι ο αποκεφαλισμός συνέβη μεταξύ των ετών 7423 και 7112 π.Χ. Η χρονολόγηση θεωρείται εξαιρετικά ακριβής επειδή έγινε με βάση το κολλαγόνο που εξήχθη από το σφηνοειδές οστούν – ένα κόκαλο που βρίσκεται στη βάση του κρανίου.
Τα αποτελέσματα της ραδιοχρονολόγησης δείχνουν δύο πράγματα: πρώτον, ότι η πρακτική του αποκεφαλισμού υπήρχε στη Νότια Αμερική τουλάχιστον 6.500 χρόνια νωρίτερα από ό,τι πίστευαν οι επιστήμονες∙ δεύτερον, οι ανθρωποθυσίες μεταφέρονται και αυτές χρονικά σχεδόν 2.500 χρόνια πιο πίσω. Μέχρι τώρα οι επιστήμονες τοποθετούσαν την έναρξη των ανθρωποθυσιών στο 5.000 π.Χ.
|
Το κρανίο ως έδρα της ψυχής
Το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί ορισμένοι πολιτισμοί υιοθέτησαν αυτή την πρακτική; Θα προσπαθήσουμε, στον περιορισμένο χώρο που έχουμε, να δώσουμε μια απάντηση.
Σε πολλούς αρχαίους πολιτισμούς, η πράξη του αποκεφαλισμού προοριζόταν ως μέσο για να διαχωρίσουν για πάντα την ψυχή από το σώμα. Ο νικητής μπορούσε να πάρει το κεφάλι του ηττημένου εχθρού και να το έχει σπίτι του ως τρόπαιο – αντλώντας από αυτό τη δύναμη και το θάρρος που πίστευε ότι είχε.
Επιπλέον πίστευε ότι το κεφάλι του παρείχε μια σειρά από μαγικές, πνευματικές, ακόμη και υπερφυσικές δυνάμεις. Λες και η ψυχή του νεκρού δεν μπορούσε πια να ξεκουραστεί από τη στιγμή που είχε χάσει το κεφάλι του.
Αυτά μπορεί να μας φαίνονται σήμερα πρωτόγονα, κρύβουν ωστόσο μιαν απόκρυφη αλήθεια. Όπως είναι γνωστό, στον εγκέφαλο υπάρχουν δύο ενδοκρινείς αδένες που συνδέονται συνήθως με το έκτο και έβδομο τσακρά, κατά συνέπεια τη διόραση και τη φώτιση. Οι αδένες αυτοί είναι η υπόφυση και η επίφυση. H επίφυση, που βρίσκεται στη βάση του εγκεφάλου και την οποία τόσο η δυτική όσο και η ανατολική παράδοση συσχετίζουν με τη φαντασία και την ψυχή, θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική.
O Ηρόφιλος, Έλληνας ανατόμος που έζησε και εργάστηκε κατά τον 4ο αιώνα π.X. και ήταν ένας από τους πρώτους που περιέγραψε τον αδένα, είχε συμπεράνει ότι χρησίμευε για να ρυθμίζει τη ροή της σκέψης – συμπέρασμα λογικό δεδομένης της κεντρικής θέσης που έχει στον εγκέφαλο.
Σχεδόν δυο χιλιετίες αργότερα, ο Γάλλος φιλόσοφος και μαθηματικός του 17ου αιώνα Ρενέ Ντεκάρτ (Καρτέσιος), έκανε την υπόθεση πως η επίφυση ήταν η «έδρα της φαντασίας» και λειτουργούσε σαν ένα είδος διόδου επικοινωνίας μέσω της οποίας ο νους ή η ψυχή μπορούσαν να επηρεάζουν το φυσικό σώμα.
Ηρόφιλος και Ερασίστρατος, οι δύο μεγάλοι ανατόμοι της αρχαιότητας (3oς αιώνας π.Χ.).
Πηγή: Neurosurg Focus / American Association of Neurological Surgeons
Λίγοι αντιλαμβάνονται πόσο προχωρημένοι ήταν στα θέματα αυτά οι αρχαίοι επιστήμονες. Ο Ηρόφιλος, ο αρχηγός της Αλεξανδρινής ιατρικής σχολής που άκμασε περί το 300 π.Χ. και θεωρείται ιδρυτής της ανατομίας, διαχώρισε τα νεύρα από τους τένοντες, χωρίζοντάς τα σε νεύρα κινητικά και αισθητικά.
Ως αρχή των νεύρων θεωρούσε τον εγκέφαλο και τον νωτιαίο μυελό, εντοπίζοντας την έδρα της ψυχής στις κοιλίες του εγκεφάλου, και συγκεκριμένα στην τέταρτη κοιλία.
Ο σύγχρονός του Ερασίστρατος είναι ο τελευταίος των μεγάλων ιατρών της ανθρωπότητας. Σε αυτόν χρωστάμε την αρχαιότερη επιστημονική περιγραφή του εγκεφάλου, η οποία έφτασε σε εμάς μέσω του Γαληνού. Κατά τον Ερασίστρατο, η ψυχή συνδέεται με το σώμα με δύο νήματα: το ένα είναι αγκιστρωμένο στις έλικες και τις κοιλίες του εγκεφάλου, όπου εντοπίζονται οι ανώτερες ψυχικές λειτουργίες, το δε άλλο είναι συνδεδεμένο με την καρδιά.
Και αποκαλούσε το νήμα που συνδέεται με την καρδιά, πνεύμα ζωτικόν (ή θνητή ψυχή), εκείνο δε του εγκεφάλου πνεύμα ψυχικόν (ή αθάνατη ψυχή). Στα ύστερα ρωμαϊκά χρόνια, ο Γαληνός θα στηριχτεί σε αυτή την διάκριση για να θεμελιώσει τη δική του φυσιολογία.
Πληροφορούμαστε, λοιπόν, από τους μεγάλους επιστήμονες της αρχαιότητας ότι η ζωοποιός ψυχή έχει στο σώμα δύο αγκυροβόλια: το ένα στον εγκέφαλο και το άλλο στην καρδιά. Με αυτά τα δύο νήματα η ψυχή επικοινωνεί με το σώμα. Όταν αποσύρει μερικώς το νήμα που εδράζεται στον εγκέφαλο, επέρχεται κάποια διανοητική βλάβη, ψυχική ανισορροπία ή σωματική ασθένεια. Όταν η ψυχή αποσύρει και τα δύο νήματα, τότε επέρχεται ο θάνατος.
Ζωντανή αφαίρεση της καρδιάς
Οι γνώσεις αυτές, παρ’ όλο που έχουν εξοβελιστεί σήμερα, δεν ήταν προνόμιο ενός μόνο πολιτισμού σε μια δεδομένη ιστορική εποχή. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, άλλοτε μέσω επιστημονικής έρευνας (όπως με τους Έλληνες γιατρούς που αναφέραμε) και άλλοτε μέσω ενόρασης, ήταν γνωστές σε όλους τους πολιτισμούς του παρελθόντος.
Πιθανόν όλες αυτές οι γνώσεις να προέρχονταν από έναν κοινό αρχαιότερο πολιτισμό που αργότερα έσβησε, ορισμένες βαθμίδες του όμως εξακολούθησαν να υφίστανται στις προηγμένες βαθμίδες των νεότερων πολιτισμών που αναπτύχθηκαν, επιζώντας άλλοτε ως άλογα και ακατανόητα λείψανα μιας ξεχασμένης παράδοσης και άλλοτε με νέα αιτιολογία που πλάσθηκε εκ των υστέρων. Αυτός είναι ο λόγος που δυσκολευόμαστε σήμερα να διακρίνουμε την αλήθεια.
Πρακτικές όπως οι ανθρωποθυσίες των Αζτέκων και οι τελετουργικές καρατομήσεις των προ των Ίνκα φυλών της Νότιας Αμερικής είναι απεχθείς, αποτρόπαιες και γεννούν τρόμο, κρύβουν όμως έστω και με διαστρεβλωμένο τρόπο μερικές αλήθειες.
Ο άγνωστος πολιτισμός που έδρασε στην περιοχή Λάππα ντο Σάντο της Βραζιλίας, απ’ όπου και το πρόσφατα ανακαλυφθέν κρανίο, πίστευε ότι με τον αποκεφαλισμό χωριζόταν για πάντα η ψυχή από το σώμα. Πιο πάνω εξηγήσαμε γιατί συνέβαινε αυτό.
Από την άλλη πλευρά, στις θρησκευτικές τελετές των Ίνκα, οι ιερείς αφαιρούσαν με ένα κοφτερό τελετουργικό χρυσό μαχαίρι την καρδιά από τα θυσιαζόμενα ζώα, επειδή στα ζώα η έδρα της ζωής βρίσκεται στην καρδιά, καθώς ο εγκέφαλός τους δεν είναι ανεπτυγμένος.
Ανθρωποθυσίες των Αζτέκων από τον Κώδικα Μαλιαμπετσιάνο (Codex Magliabechiano).
Η καρδιά έχει ξεριζωθεί για να απελευθερωθεί και πετά προς τον Ήλιο πάνω σε ένα πορφυρό
μονοπάτι αίματος. Πηγή: Wikimedia Commons
Η πρακτική αυτή δεν περιοριζόταν στα ζώα. Οι Μάγια, που άφησαν πίσω τους έναν μεγάλο και εντυπωσιακό πολιτισμό, συνήθιζαν στις ανθρωποθυσίες να ξεριζώνουν την καρδιά από τα θύματά τους, με μαχαίρια από χαλκηδόνιο λίθο, ενόσω αυτά ήταν ακόμη ζωντανά. Κατόπιν αποκεφάλιζαν το σώμα και το αποτέφρωναν. Από τη μελέτη των τελετουργικών εργαλείων που βρέθηκαν κοντά σε θυσιαστικά κέντρα, βγαίνει το συμπέρασμα ότι οι Μάγια γνώριζαν τουλάχιστον τέσσερις τρόπους για την αφαίρεση της καρδιάς από το ζωντανό θύμα.
Πηγαίνοντας με χαρά για… θυσία
Όταν οι Ισπανοί έφτασαν για πρώτη φορά στο Μεξικό, εντυπωσιάστηκαν από το μέγεθος και τη λαμπρότητα των πολιτισμών που συνάντησαν εκεί. Οι θετικές αυτές εντυπώσεις διαλύθηκαν γρήγορα όταν ήρθαν σε επαφή με το έθιμο των ανθρωποθυσιών, το οποίο, για τους θρησκόληπτους Ισπανούς, ήταν βέβαιη απόδειξη για την ύπαρξη του διαβόλου. Όμως η πραγματικότητα ήταν διαφορετική και πιο σύνθετη.
Θα πρέπει εδώ να σημειωθούν δύο πράγματα. Πρώτον, ότι οι Αζτέκοι δανείστηκαν την πρακτική των ανθρωποθυσιών από τους Μάγια και τη χρησιμοποίησαν για την μαζική εξόντωση αιχμαλώτων, ενώ στους Μάγια οι θυσίες ήταν ατομικές. Δεύτερον, θα πρέπει να γίνει διάκριση ανάμεσα σε αυτούς που θυσιάζονταν στους θεούς και σε αυτούς που αυτοθυσιάζονταν.
Όταν οι Ισπανοί με τον Κορτές έφτασαν στο Τενοξτιτλάν (1519), την πρωτεύουσα των Αζτέκων, εντυπωσιάστηκαν από την ομορφιά, την τάξη και την καθαρότητα της πόλης με τους 200.000 κατοίκους, που ήταν μια από τις μεγαλύτερες μητροπόλεις της εποχής. Όμως σύντομα οι εντυπώσεις αυτές κατέρρευσαν σαν αντίκρισαν το μεγάλο ιεροτελεστικό κέντρο.
Σε όλο το μήκος τους, τα 114 σκαλοπάτια του Μεγάλου Ναού που οδηγούσαν στα δύο ιερά που βρίσκονταν στην κορυφή του, ήταν λερωμένα από μια φαρδιά και μεγάλη κηλίδα ξεραμένου αίματος, ενώ στην ατμόσφαιρα πλανιόταν μια βαριά μυρωδιά ανθρώπινης σάρκας.
Δίπλα στο ναό υπήρχε μια μεγάλη σκαλωσιά με κρανία. Οι Κονκισταδόρες υπολόγισαν ότι το μακάβριο αυτό μνημείο περιείχε 136.000 ανθρώπινα κεφάλια!
Η πρωτεύουσα των Αζτέκων Τενοξτιτλάν την εποχή που έφτασε σε αυτήν ο Κορτές (1519). Αριστερά ο Μεγάλος Ναός με τα δύο ιερά στην κορυφή του. Πηγή: Supplied
Όπως επισημαίνουν οι ιστορικοί, οι Αζτέκοι κουβαλούσαν ένα βαρύ φορτίο: όντας παιδιά του Ήλιου, αισθάνονταν υπεύθυνοι για τη συνέχιση του κόσμου. Όπως οι Μάγια, τον πολιτισμό των οποίων είχαν κληρονομήσει, έτσι και αυτοί πίστευαν ότι οι θεοί ήταν οι δημιουργοί του κόσμου και ότι η γέννηση του Ήλιου ήταν η πιο σημαντική πράξη της δημιουργίας.
Σύμφωνα με την κοσμολογία τους –δάνειο και αυτή από τους Μάγια– τέσσερις Ήλιοι, τέσσερις κόσμοι, είχαν ήδη καταστραφεί… Ήταν λοιπόν ολοφάνερο ότι και ο τωρινός Ήλιος, ο πέμπτος, ήταν κι αυτός καταδικασμένος. Και για να δώσει στο λαό του φως και ζεστασιά, ζητούσε συνέχεια την πιο ιερή από όλες τις προσφορές: το ανθρώπινο αίμα. Για τούτο όσοι θυσιάζονταν θεωρούνταν ιερά πρόσωπα.
Οι πιο συχνές προσφορές αίματος ήταν οι αυτοθυσίες. Κάθε άνδρας, γυναίκα ή παιδί όφειλε κάποτε να δωρίσει το αίμα του στο θεό. Όμως δεν γινόταν δεκτό οποιοδήποτε άτομο για θυσία.
Αυτός ή αυτή που επρόκειτο να θυσιαστεί έπρεπε να ανταποκρίνεται στην εικόνα της τιμώμενης θεότητας. Το φύλο, η ηλικία, η φυσιολογία του ατόμου, καθώς και η ψυχική και πνευματική του κατάσταση έπρεπε να συμφωνούν με τον χαρακτήρα και την εικόνα του θεού.
Αν, για παράδειγμα, τιμούσαν τη θεά της γονιμότητας, το προσφερόμενο άτομο έπρεπε να είναι γυναίκα. Γι’ αυτή την τελετή υπάρχει μια ιδιαίτερα ζωντανή περιγραφή σ’ ένα πικτογραφικό χειρόγραφο των Αζτέκων.
Είναι ο περίφημος Κώδικας Μπορμπόνικους (Codex Borbonicus) που βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη της Εθνοσυνέλευσης στο Παρίσι. Δυστυχώς θα την παραλείψουμε λόγω έλλειψης χώρου.
Αυτοθυσιαζόμενα άτομα. Σκηνή από τον Κώδικα Μαλιαμπετσιάνο. Πηγή: Supplied
Οι απαντήσεις που έχουν δοθεί από τους ειδικούς στο «γιατί» των ανθρωποθυσιών είναι άπειρες, όσα και τα άστρα του ουρανού. Καμία όμως δεν είναι ικανοποιητική. Απορρίπτοντας επίσης αστήρικτες υποθέσεις, όπως ότι επρόκειτο για απολίτιστους λαούς και κοινωνίες παραφρόνων, θα επιχειρήσουμε να δώσουμε όσο μπορούμε πιο σύντομα μια ολοκληρωμένη εξήγηση.
Το κλειδί στο «γιατί» των ανθρωποθυσιών κρύβεται μέσα στον ίδιο το θάνατο. Σήμερα, η ζωή αλλά και ο θάνατος θεωρούνται, και νομικά, αυστηρά προσωπική υπόθεση κάθε ανθρώπου. Δεν επιτρέπεται να επεμβαίνεις στη ζωή του άλλου, πόσο μάλλον να την αφαιρέσεις. Είναι επίσης αδιανόητο να αποφασίσεις εσύ για το πότε θα πεθάνει ένας άλλος.
Γι’ αυτό και οι οπαδοί της ευθανασίας συναντούν αξεπέραστες δυσκολίες για να περάσουν τις απόψεις τους. Αν εξαιρέσουμε τις έξωθεν επεμβάσεις (φόνοι, δυστυχήματα, φυσικές καταστροφές κτλ.), το εσωτερικό Εγώ αποφασίζει για το πότε τελειώνει η πορεία ενός ατόμου πάνω στη γη.
Αλλά δεν ήταν πάντοτε έτσι. Γνωρίζουμε ότι στα πολύ παλιά χρόνια, οι σοφοί ή οι μυημένοι της φυλής, της πατριάς ή της κοινότητας ήταν αυτοί που αποφάσιζαν για το πότε θα γεννηθεί ένα παιδί. Μελετούσαν τα ωροσκόπια των γονιών και υποδείκνυαν την καλύτερη εποχή για τη σύλληψη, πράγμα που σημαίνει ότι γνώριζαν εκ των προτέρων το είδος της ψυχής που θα ενσαρκωθεί.
Αμέσως μετά τη γέννηση, κατέστρωναν τον αστρολογικό χάρτη του παιδιού και μέσα από αυτόν, διαβλέποντας τις τάσεις του, καθόριζαν την πνευματική, κοινωνική και επαγγελματική θέση και πορεία του νέου ανθρώπου. Και βέβαια γνώριζαν το πότε ακριβώς θα πεθάνει. Ας μην ξεχνάμε πως λαοί, όπως οι Μάγια, ήταν περίφημοι μαθηματικοί και αστρονόμοι.
Άυλος και υλικός κόσμος
Όπως αναφέραμε πιο πάνω, οι Αζτέκοι πίστευαν ότι ο «κόσμος» τους ήταν ο πέμπτος από τότε που πρωτοφάνηκε ο άνθρωπος στη γη. Πριν από αυτόν είχαν υπάρξει άλλοι τέσσερις που είχαν καταστραφεί.
Μιλούσαν δηλαδή για πέντε γένη ανθρώπων, που το καθένα το συμβόλιζαν με έναν «ήλιο». Αυτό μας φέρνει στο νου τα πέντε γένη ανθρώπων του Ησίοδου. Είναι άραγε σύμπτωση;
Και ίσως εδώ βρίσκεται η λύση του μυστηρίου. Όπως μας λέει ο Ησίοδος, τα δύο πρώτα γένη, το χρυσό και το αργυρό, δεν γνώριζαν τον θάνατο όπως τον γνωρίζουμε εμείς. Γράφει σχετικά με αυτό (Έργα και Ημέραι, 113-116):
«…μακριά από πόνους και βάσανα, δεν γνώριζαν τα γηρατειά, αλλά με χέρια και πόδια πάντα νεανικά γλεντοκοπούσαν, και πέθαιναν σαν να τους έπαιρνε ο ύπνος». Και παρακάτω (130-132): «…παρά εκατό χρόνια μεγάλωνε το παιδί, παίζοντας δίπλα στη στοργική του μητέρα, όλως διόλου μωρό∙ και όταν ερχόταν ο καιρός να γίνουν παλικάρια…»
Μόνο τα επόμενα γένη, το χάλκινο και το ηρωικό γένος, ήταν πιο κοντά στη φυσική φθορά και στη διαδικασία του θανάτου: «Και τούτοι αφανισμένοι, ο ένας από το χέρι του άλλου, μπήκαν στο μουχλιασμένο παλάτι του κρυερού Άδη…» (152-153). «Άλλους… ο θάνατος τους πήρε, κι άλλους… ο Δίας… αφού ξέχωρα τους πήρε απ’ τους υπόλοιπους ανθρώπους, όρισε να ζουν στα πέρατα της γης…» (166-168).
Αυτό που θέλει να πει ο Ησίοδος είναι ότι τα δύο πρώτα γένη δεν είχαν ένα αμιγώς υλικό σώμα. Έτσι, όταν λέει «και πέθαιναν σαν να τους έπαιρνε ο ύπνος» εννοεί τη διακοπή της παρουσίας τους στη γη και όχι κάποιον φυσικό θάνατο. Αυτό ίσχυε ακόμη και στα χρόνια του τέταρτου γένους: άλλοι πεθαίνουν, ενώ άλλοι «διαχωρίζονται» από την τρομερή ανθρώπινη κατάληξη.
Φαίνεται επομένως ότι στα πανάρχαια χρόνια ο βιολογικός φορέας δεν ήταν τόσο στέρεα δομημένος όπως σήμερα. Το ανθρώπινο σώμα ήταν εν μέρει μόνο υλικό. Ο άνθρωπος μπορούσε έτσι να περνάει εύκολα στον αιθερικό κόσμο μαζί με το σώμα του.
Τοιχογραφία των Μάγια από το Μποναμπάκ (Bonampak) στο Νότιο Μεξικό. Οι αυτοθυσιαζόμενοι παρουσιάζονται στον βασιλιά Chan Muwan. Πιστεύεται ότι το περιστατικό έλαβε χώρα το 792 μ.Χ. Πηγή: Supplied
Το Μποναμπάκ στα σκαλοπάτια του οποίου πήγαιναν οι αυτοθυσιαζόμενοι για τις τελετές περάσματος στον άλλο κόσμο. Πηγή: Supplied
Κάποια στιγμή αυτό άλλαξε. Λόγω της συνεχιζόμενης πτώσης του ανθρώπινου γένους και λόγω ορισμένων ανομιών του (π.χ. διασταυρώσεις ανθρώπων με ζώα για την δημιουργία ενός νέου τύπου όντων χωρίς ψυχή) οι δύο κόσμοι, ο αιθερικός και ο υλικός, χωρίστηκαν με ένα πέπλο, ή μάλλον με ένα Σιδηρούν Παραπέτασμα.
Το τίμημα για να περάσει κάποιος στον αιθερικό κόσμο ήταν ο θάνατος, να αφήσει δηλαδή το παχυλό υλικό μέρος του εαυτού του στη γη.
Το πότε κάποιος θα εγκατέλειπε τον γήινο κόσμο επαφιόταν στους αρχηγούς και στους μυημένους της φυλής. Αυτοί, θεωρώντας ότι είχε κλείσει τον κύκλο του, αποφάσιζαν για την «έξοδό» του από τη ζωή.
Με τα χρόνια η διαδικασία αυτή διαστρεβλώθηκε μέχρι που κατέληξε σε μια αιματηρή θυσία χωρίς κανένα νόημα πλέον. Η κοινότητα συνέχισε να αποφασίζει για το αν ένας άνθρωπος εξακολουθούσε να είναι χρήσιμος εδώ, ή όχι.
Είναι ευνόητο επομένως γιατί το άτομο δεν μπορούσε να φέρει την παραμικρή αντίρρηση και ευχάριστα προσφερόταν για θυσία. Αυτό εξηγεί επίσης την επισημότητα και τον θρησκευτικό χαρακτήρα των θυσιών. Ο θυσιαζόμενος προετοιμαζόταν με κάθε σοβαρότητα για την ύστατη πράξη του θανάτου.
Συμπερασματικά
Φαίνεται, λοιπόν, ότι οι αρχαίοι λαοί της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής ήταν θεματοφύλακες μιας πανάρχαιας παράδοσης, που εξακολουθούσαν να την εφαρμόζουν αν και είχαν εκλείψει οι αντικειμενικοί λόγοι τήρησής της.
Άλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία που μια παράδοση παρανοείται και θεσμοθετείται, σφραγίζοντας τη μοίρα ενός ολόκληρου λαού, αφού κανείς δεν μπαίνει στον κόπο να εξετάσει την ορθότητά της από φόβο μήπως προσβάλει κάτι ιερό.
Οι Μάγια και οι Αζτέκοι και οι άγνωστες φυλές της Νότιας Αμερικής που καρατομούσαν τα ανυποψίαστα θύματα είναι οι αδιάψευστοι μάρτυρές μας.
Σήμερα, αν και οι δύο κόσμοι –ο αιθερικός και ο υλικός– εφάπτονται, η επικοινωνία μεταξύ τους είναι εξαιρετικά δύσκολη και όποτε συμβαίνει, συμβαίνει τυχαία. Αλλά ακόμη και τότε, δεν καταγράφεται από τον συνειδητό νου. Εκτός βέβαια από τους γνώστες.
Αντώνης Κυριαζής
[Πηγή]