.

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2015

To Έπος του Γκιλγκαμές


Πρόκειται για τη συλλογή θρύλων και ποιημάτων των Σουμερίων για τον Γκιλγκαμές, φημισμένου βασιλιά της Μεσοποταμιακής πόλης Ουρούκ, (μυθολογικό ή / και ιστορικό πρόσωπο) που θεωρείται ότι έζησε την τρίτη χιλιετία π.Χ....

Ένας μεγάλος κατακλυσμός, ένας χαμένος παράδεισος, η αναζήτηση της αθανασίας είναι μερικά από τα κύρια θέματα του έπους, που τα ξαναβρίσκουμε σαν απόηχους στην Παλαιά Διαθήκη. Το Έπος μας έρχεται από μια εποχή που είχε λησμονηθεί ολοκληρωτικά μέχρι τον περασμένο αιώνα, όταν οι αρχαιολόγοι άρχισαν να αποκαλύπτουν τις θαμμένες πόλεις της Μέσης Ανατολής.

Μέχρι τότε, η μακραίωνη ιστορία, που χωρίζει τον Αβραάμ από τον Νώε, περιέχονταν μόνο σε δυο αυστηρά γενεαλογικά κεφάλαια της Γένεσης. Ο κύκλος όμως αυτών των ποιημάτων που έχουν για κεντρικό τους ήρωα το Γκιλγκαμές, μας ξαναφέρνει στα μέσα περίπου αυτής της εποχής.

Τα έπη αυτά πήραν θέση στην παγκόσμια φιλολογία, όχι μόνο επειδή προηγούνται από τα Ομηρικά Έπη, τουλάχιστον κατά χίλια πεντακόσια χρόνια, αλλά κυρίως χάρη στην ποιότητα και στο χαρακτήρα της ιστορίας που διηγούνται.



Το πιο πιθανό είναι ότι τα ποιήματα του Γκιλγκαμές καταγράφηκαν στους πρώτους αιώνες του 2.000 π.Χ. και ότι η σύνθεσή τους θα πρέπει να έχει γίνει πολλούς αιώνες πρίν. Το τελικό τους ξεκαθάρισμα και η πιο ολοκληρωμένη τους έκδοση γίνεται κατά τον 7ο π.Χ. αιώνα και είναι έργο του Ασσουρμπανιπάλ (Σαρδανάπαλου) του αρχαιόφιλου και τελευταίου σημαντικού βασιλιά της Ασσυρίας.

Ο Ασσουρμπανιπάλ ήταν και ο συλλέκτης της περίφημης βιβλιοθήκης, όπου καταγράφονταν τα σύγχρονά του γεγονότα, καθώς και οι παλιότεροι ύμνοι, ποιήματα και επιστημονικά και θρησκευτικά κείμενα.

Ο ίδιος μας διηγείται ότι έστειλε τους δούλους του να αναζητήσουν τα αρχεία γνώσης στα αρχαία κέντρα της Βαβυλωνίας, της Ουρούκ και της Νιππούρ και να αντιγράψουν και να μεταφράσουν στην κοινή Ακκαδική Σημιτική γλώσσα της εποχής του τα κείμενα που είχαν γραφή στην παλιά Σουμεριακή γλώσσα της Μεσοποταμίας.



Ανάμεσα σ΄ αυτά τα κείμενα, που όπως λέει το πρωτότυπο, "καταγράφτηκαν και συγκεντρώθηκαν στο παλάτι του Ασσουρμπανιπάλ, του βασιλιά του Κόσμου και βασιλιά της Ασσυρίας", ήταν και το ποίημα, που του έδωσαν τον τίτλο: "ΕΠΟΣ ΤΟΥ ΓΚΙΛΓΚΑΜΕΣ".

Το εν λόγω έπος είναι κορυφαίο, όχι μόνον από ιστορική σκοπιά, αλλά ακόμη, παραμένει έως σήμερα ένα από τα πλέον ασυναγώνιστα κείμενα, όσον αφορά την αφηγηματικότητά του και την απίστευτη ψυχολογική εμβάθυνση στους χαρακτήρες των ηρώων που παρουσιάζει.

«Δεν υπάρχει σταθερότητα. Φτιάχνουμε σπίτι, που να μείνει για πάντα; Κλείνουμε συμφωνίες που να ισχύουν για πάντα; Τ΄ αδέλφια μοιράζουν την κληρονομιά για να την κρατήσουν για πάντα; Μπορεί να διαρκέσει για πάντα η πλημμύρα των ποταμών;



Μονάχα η νύμφη του φτερωτού του δράκοντα που ρίχνει το σκουλήκι της και μπορεί να κοιτάζει κατάματα τον ήλιο, μπορεί να μας μοιάζει. Από τα πανάρχαια τα χρόνια τίποτα δεν μένει αμετάβλητο.

Ο ύπνος και ο θάνατος είναι πολύ διαφορετικά πράγματα. Κι όμως ο ύπνος μοιάζει με το θάνατο. Τι διαφορά υπάρχει ανάμεσα στον κύριο και στον υπηρέτη του στο θάνατο; Αφού ο Αννουνάκι ο κριτής και η Μαμμέτουμ, η μάνα της τύχης, καθορίζουν τις μοίρες των ανθρώπων, η ζωή κι ο θάνατος μοιράζονται, αλλά η μέρα του θανάτου δεν αποκαλύπτεται»

O φίλος μου ο πολυαγαπημένος που πλάι μου ριψοκινδύνεψε, ο Ενκιντού ο αδελφός μου, που τον αγάπησα πολύ, εχάθηκε. Τον άρπαξε το τέλος των θνητών. Και έκλαψα γι΄ αυτόν εφτά ημέρες και εφτά νύχτες, μέχρι που πέσαν τα σκουλίκια στο σώμα του. 


Εξ αιτίας του αδελφού μου φοβήθηκα το θάνατο, εξ αιτίας του αδελφού μου άρχισα να τρέχω και αναπαμό δε βρίσκω. Αλλά τώρα κοπέλλα μου, εσύ που φτιάχνεις το κρασί, από τη στιγμή που είδα το πρόσωπό σου, μή με αφήνεις να γνωρίσω το πρόσωπο του θανάτου που τόσο πολύ φοβάμαι".

Κι εκείνη του αποκρίθηκε: "Γκιλγκαμές για που τρέχεις; Ποτέ δεν πρόκειται να βρείς τη ζωή που ζητάς. Οταν οι Θεοί δημιούργησαν τον άνθρωπο, του έδωσαν για μοίρα του το θάνατο, ενώ τη ζωή την κράτησαν μόνο για τον εαυτό τους. Οσο για σένα Γκιλγκαμές γιόμισε την κοιλιά σου με ευχάριστα.

Μέρα και νύχτα, νύχτα και μέρα, χόρευε και απόλαυσε, πίνε και γλέντησε. Φόρεσε καινούργια ρούχα, πλύνε το σώμα σου στο νερό, αγάπα το παιδάκι που κρατάς στο χέρι σου και κάνε τη γυναίκα σου στην αγκαλιά σου ευτυχισμένη. Γιατί κι αυτό είναι στη μοίρα του ανθρώπου."


Στο τέλος ο Γκιλγκαμές καταλαβαίνει ότι οι άνθρωποι αποκτούν την αθανασία με τον πολιτισμό τους και με δημιουργήματα που μένουν για πάντα στον κόσμο και στις μνήμες των ανθρώπων...

[Πηγή]