ΤΡΕΧΟΥΝ ΚΑΙ ΔΕΝ ΦΤΑΝΟΥΝ ΟΙ ΔΑΝΕΙΣΤΕΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΜΗ
ΠΛΗΡΩΜΗ ΤΗΣ ΔΟΣΗΣ ΣΤΟ ΔΝΤ
Το μήνυμα που έστειλε η κυβέρνηση με τη μη καταβολή της δόσης στο ΔΝΤ, που ήταν προγραμματισμένη για σήμερα και τη συνένωση των οφειλών σε μία δόση που θα πληρωθεί στις 30 Ιουνίου, ήταν ότι τα ψέματα τελείωσαν....
Ή θα υπάρξει τελική λύση ή θα πάμε σε οριστική ρήξη. Κι αυτό γιατί οι δανειστές όχι μόνο παρουσίασαν μέσω του Προέδρου της Κομισιόν Ζαν Κλόντ Γιουνκέρ πρόταση με σκληρά μέτρα που δεν αντέχει η ελληνική κοινωνία αλλά δεν έκαναν και καμία αναφορά στο θέμα του χρέους.
Ο Αλέξης Τσίπρας μετά από τέσσερις μήνες διαπραγματεύσεων θέλει να υπάρχει λύση-πακέτο που να αφορά και το «κούρεμα» τους χρέους έτσι ώστε να μπορέσει η χώρα να μπει σε τροχιά ανάπτυξης. Ακόμη και αν αυτό δεν συνέβαινε με μία συμφωνία τώρα, θα μπορούσε να υπάρχει σαφής αναφορά, να έχουν μπει τα θεμέλια έτσι ώστε μέχρι το τέλος του έτους να ληφθούν οριστικές αποφάσεις για το «κούρεμα» του χρέους έως 50%.
Οι δανειστές, ωστόσο, προτίμησαν να κατεβάσουν μία πρόταση και να φέρουν τις διαπραγματεύσεις τέσσερις μήνες πίσω, ζητώντας κατάργηση του ΕΚΑΣ, μείωση κύριων συντάξεων και μισθών μέσω νέου μισθολογίου στο Δημόσιο, αύξηση του ΦΠΑ στο 23% για το ρεύμα, ένταξη φαρμάκων στο συντελεστή του 11% από 6,5% που είναι σήμερα και ένα σωρό άλλα μέτρα επαχθή που απλά δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά ούτε από τον ΣΥΡΙΖΑ ούτε από την κοινωνία.
Ως απάντηση στην αδιαλλαξία αυτή ήρθε κατ’ αρχήν η δήλωση του Αλέξη Τσίπρα πως η πρόταση αυτή απορρίπτεται χωρίς άλλη σκέψη και σε δεύτερο χρόνο, με το που έφτασε ο πρωθυπουργός στην Αθήνα και μετέβη στο Μέγαρο Μαξίμου, συγκάλεσε έκτακτη σύσκεψη παρουσία των Γιάννη Βαρουφάκη και Ευκλείδη Τσακαλώτου, όπου και αποφάσισαν να πέσει η πρώτη προειδοποιητική αλλά ουσιαστικά «πιστολιά» προς το ΔΝΤ.
Κατατέθηκε αίτημα στο Ταμείο για συνένωση όλων των δόσεων του Ιουνίου και πληρωμή τους στις 30 του μήνα. Ποιο το σκεπτικό; Πως αν οι δανειστές δεν βάλουν νερό στο κρασί τους και δεν προσεγγίσουν την ελληνική πρόταση, που σύμφωνα με τον κ. Τσίπρα είναι η μόνη ρεαλιστική βάση συζήτησης, τότε λεφτά άλλα δεν πρόκειται να πάρουν. Αυτό σημαίνει οι δόσεις πακέτο.
Το ποσό του περίπου 1,6 δισ. ευρώ προς τον ΔΝΤ δεν υπάρχει και δεν πρόκειται να βρεθεί μέχρι τέλος του μήνα, καθ’ ότι η κυβέρνηση δίνει προτεραιότητα σε μισθούς και συντάξεις. Αν λοιπόν δεν υπάρξει τελική συμφωνία και δεν ανοίξουν οι στρόφιγγες της χρηματοδότησης προς την Ελλάδα, τότε στις 30 Ιουνίου θα έχουμε οριστική ρήξη με τους δανειστές.
Το πρόγραμμα τελειώνει, άρα η ΕΚΤ θα σταματήσει να παρέχει χρηματοδότηση στις ελληνικές τράπεζες, αλλά από την άλλη δεν πρόκειται να πάρει και αυτά που της οφείλονται από την Ελλάδα. Και αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα για τον Μάριο Ντράγκι όπως και για την Κριστίν Λαγκάρντ που επί των ημερών της μία χώρα που έχει δανεισθεί χρήματα αδυνατεί να τα επιστρέψει εξαιτίας πάντως της άκαμπτης στάσης του ΔΝΤ.
Η κυβέρνηση δείχνει λοιπόν, δεδομένων και των σφοδρών αντιδράσεων που υπάρχουν στο εσωτερικό της χώρας από τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και του πολίτες που την ψήφισαν για να βγάλει τη χώρα από το μνημόνιο και όχι να φέρει άλλα μέτρα, αποφασισμένη να πάει την κατάσταση στα άκρα μέχρι να βρεθεί μία κοινώς αποδεκτή λύση στην οποία θα υπάρχει και ρητή πρόβλεψη για το «κούρεμα» του χρέους.
Αυτός είναι και ο λόγος που παρότι η συνένωση των δόσεων προβλέπεται από τον κανονισμό του ΔΝΤ, η κ. Λαγκάρντ εμφανίστηκε έντονα ενοχλημένη από την απόφαση της Ελλάδας να κάνει χρήση αυτού του «παραθύρου» και να μεταθέσει τις πληρωμές.
Αυτός είναι και ο λόγος που Α. Μέρκελ και Φ. Ολάντ ζήτησαν να γίνει νέα τηλεδιάσκεψη με τον Α. Τσίπρα, προκειμένου να καταγραφούν οι θέσεις των δύο πλευρών και να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις.
Δεν αποκλείεται δε, μετά τις τελευταίες εξελίξεις και έχοντας υπόψη πως οι Ευρωπαίοι έχουν κατηγορήσει το ΔΝΤ ότι δεν συμβάλει αρκετά στην επίλυση του ελληνικού προβλήματος, να ληφθεί μία απόφαση εξαγοράς του δανείου που έχει χορηγήσει στην Ελλάδα το ΔΝΤ από τον ESM (τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης), να φύγει το Ταμείο από τη μέση και να ανοίξει ένας γύρος νέων συζητήσεων για συμφωνία με ταυτόχρονη ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Είναι κάτι που δεν θέλει πάντως ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών και το «κλάμπ» που εκπροσωπεί, αφού θέλει μέσω του ΔΝΤ να εκβιάζεται η Ελλάδα να υποκύψει σε νέα μέτρα εξαθλίωσης του λαού. Η κ. Μέρκλελ, όπως και οι κ.κ. Ολάντ και Γιουνκέρ, κινούνται σε διαφορετική γραμμή.
Χθες, μετά την τηλεδιάσκεψη, η Γερμανίδα καγκελάριος εξέφρασε την αισιοδοξία της για εξεύρεση λύσης, ενώ πριν την έναρξη αυτής σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ιδιωτικό τηλεοπτικό δίκτυο RTL, δήλωσε πως θα συνεχίσει να εργάζεται ώστε η Ελλάδα να παραμείνει στην ευρωζώνη.
Και αυτό είναι το κλειδί της υπόθεσης. Πως κανείς δεν θέλει την Ελλάδα εκτός ευρωζώνης γιατί οι κλυδωνισμοί και οι συνέπειες μιας τέτοιας ενέργειας στην παγκόσμια οικονομία θα ήταν μη αντιμετωπίσιμες.
[Πηγή]