Η λέξη «υπηρέτης» είναι μια λέξη που χρησιμοποιούμε από τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα. Ωστόσο, πόσοι από εμάς γνωρίζουν πως προέκυψε από την… κωπηλασία; «Ἐρέσσω / ἐρέττω» σημαίνει: κωπηλατώ....
Από εκεί προκύπτει ο «ἐρέτης» (κωπηλάτης) και το «ἐρετμόν» (κουπί).
Η πρόθεση «ὑπό» μας φανερώνει την ιδιότητα του να είναι κάτι ή κάποιος «κάτω από» κάτι ή κάποιον.
Επειδή στα πλοία κάποιοι ερέτες ήταν υπό τις διαταγές άλλων ανωτέρων τους ερετών, ονομάζονταν «ὑπηρέτες» (ὑπό + ἐρέτης).
Εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε πώς απεδόθη στην λέξη και η σημερινή της έννοια – μπορεί ο υπηρέτης από τα πλοία να μεταφέρθηκε στις οικίες, αλλά σημαίνει το ίδιο πράγμα: αυτόν που δέχεται εντολές από ανωτέρους ώστε να φέρει την δουλειά του εις πέρας.
Όσον αφορά το «ἐρετμόν» (κουπί), το επάνω μέρος του από το οποίο το «αρπάζουμε» (αρπάζω = «κάπτω», εξ” ου και το αγγλικό «capture»), λέγεται «κώπη» = κουπί (το «ω» πολύ συχνά μετατρέπεται σε «ου», πρβλ. «κώνωψ» = κουνούπι), ενώ το κάτω πλατύ μέρος του λέγεται «πηδόν» (εξ” ου και «πηδάλιον»).
Ελένη Ωρείθυια Κουλιζάκη
[Πηγή]
Το είδαμε εδώ