FINANCIAL TIMES
Μια γεωπολιτική ανάλυση κάνει στους Financial Times ο Gideon Rachman ο οποίος επιχειρεί να κατανοήσει αν η εντενόμενη ισχύς της Γερμανίας συμφέρει τελικά την ίδια αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση....
Τελικά οι Κύπριοι πήραν το πικρό φάρμακο. Αντιμέτωποι με την εθνική ταπείνωση και ένα ζοφερό μέλλον, πολλοί παραπονούνται ότι το μικρό τους κράτος αναγκάστηκε να υποκύψει στη βούληση μίας μεγαλύτερης και άσπλαχνης δύναμης: Της Γερμανίας. Οι εφημερίδες στην Κύπρο δείχνουν τη Γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ ως Ούνο και κατηγορούν το Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, τον υπουργό Οικονομικών, ότι μιλά ως «φασίστας». Το αντιγερμανικό αίσθημα εντείνεται επίσης στην Ελλάδα και την Ιταλία. Πίσω από όλες αυτές τις φωνές και τις διαμάχες, οι Γερμανοί φορολογούμενοι θα χρηματοδοτήσουν και πάλι το μεγαλύτερο μέρος μίας ακόμη διάσωσης στην Ευρωζώνη.
Η εντεινόμενη γερμανική ισχύς -όπως και η αυξανόμενη αντίδραση σε αυτή την ισχύ- είναι πλέον ένα από τα βασικά θέματα στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Υπάρχει μία ιστορική ειρωνεία, δεδομένου ότι ο βασικός λόγος για όλο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα από τη δεκαετία του 1950 κι έπειτα ήταν να τελειώσει μια για πάντα η ιδέα ότι η Γερμανία είναι απλούστατα πολύ ισχυρή για να συνυπάρχει άνετα με τους γείτονές της. Η φράση που ακούγεται πιο συχνά -στο Βερολίνο όπως επίσης στο Παρίσι ή τις Βρυξέλλες- αφορά στην ανάγκη για μία «ευρωπαϊκή Γερμανία, αντί για μία γερμανική Ευρώπη».
Μετά την κυπριακή κρίση όμως, φαίνεται όλο και περισσότερο πως έχουμε μία γερμανική Ευρώπη, επειδή η κατεύθυνση που ακολουθεί η Ε.Ε. διαμορφώνεται κυρίως από τις ιδέες και τις προτιμήσεις των πολιτικών και των αξιωματούχων του Βερολίνου.
Είναι αλήθεια ότι η τρόικα είχε το αρχικό πρόσταγμα στις διαπραγματεύσεις με την Κύπρο. Ήταν όμως, πάντα σαφές ότι δεν θα μπορούσε να προχωρήσει συμφωνία χωρίς τη γερμανική συγκατάθεση. Όταν καταλαγιάσουν τα πνεύματα, οι Γερμανοί ηγέτες θα πρέπει να αναρωτηθούν πως φτάσαμε σε αυτό το σημείο. Πώς το ευρωπαϊκό οικοδόμημα που στόχο είχε να τερματιστεί κάθε συγκρουσιακή αντίληψη μεταξύ της Γερμανίας και των γειτόνων της οδήγησε στην αναγέννηση του αντιγερμανικού αισθήματος. Θα είναι μόνιμη αυτή η ζημιά;
Το θέμα δεν αφορά μόνο τη γερμανική ισχύ. Αφορά επίσης την ανεπάρκεια άλλων ευρωπαϊκών δυνάμεων που, μέχρι πρότινος την εξισορροπούσαν: Οι κυβερνήσεις σε Ισπανία και Ιταλία υπό το βάρος των οικονομικών προβλημάτων, είναι εξασθενημένες. Η Βρετανία δεν είναι μέλος του ευρώ και κατά συνέπεια βρίσκεται στο περιθώριο.
Παρ' όλα αυτά, η πιο αξιοσημείωτη πλευρά της κρίσης είναι η σχεδόν ολοκληρωτική απουσία μίας ισχυρής γαλλικής φωνής στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Από το Ζαν Μονέ ως το Ζακ Ντελόρ, οι Γάλλοι πάντα υπερηφανεύονταν ότι παρείχαν την πνευματική ηγεσία στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Υπό τον πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ ουδείς υποστηρίζει πλέον ότι η Γαλλία έχει ισότιμο ρόλο με τη Γερμανία. Στο θέμα της Κύπρου, ακόμη και η θέση των Φιλανδών φάνηκε πως ζύγισε περισσότερο στη συζήτηση από ότι εκείνη των Γάλλων.
Αυτό σημαίνει ότι η Γερμανία μένει με το δαχτυλίδι: Θα υπογράφει τις επιταγές, θα επιβάλει τους κανόνες τους οποίους επίσης θα καθορίζει σε μεγαλύτερο βαθμό. Είναι μία επικίνδυνη κατάσταση για την Ευρώπη και εν κατακλείδι... για την ίδια τη Γερμανία.
[Πηγή]