Στη φαιά γη των Λαιστρυγόνων
Κοιμήθηκα, και βρέθηκα στη γη των Λαιστρυγόνων.
Πλατιοί οι δρόμοι κι άνετοι
πεντακάθαρα τα λιθόστρωτα.
Σπίτια, ψηλά και χαμηλά,
όλα, μα όλα, πλούσια.
και άνετα….
Όμορφη χώρα - μα παράξενα φοβική - από την απουσία παιδιών και χρωμάτων.
Όλα, μα όλα γκρίζα. Γκρίζος ο ουρανός της. Και στις πλατείες τις φτιαγμένες από μάρμαρο γκρίζο, τα νερά των σιντριβανιών γκρίζα κι αυτά.
Και οι άνθρωποι,
γκρίζοι κι αυτοί κι απρόσωποι.
Και ρώτησα.... και μου ‘παν κι έμαθα
πως οι άρχοντες
(γίγαντες πελώριοι και δυνατοί),
για όλα φροντίζουν.
Αρχηγός τους ο Αντιφάτης πελώριος, επιβλητικός, κάποτε, από το πουθενά ξεπρόβαλλε και μπόρεσε, (ας είν’ καλά οι δικαστές), με άλλους τριάντα έξι, μικρό να φτιάξει κόμμα. Για ελευθερία μίλαγε, ελευθερία λόγου και έργου,
άκρατη.
Ελευθερία υποσχόταν
ελευθερία αντιφατική
–το λέει και τ΄ όνομά του –:
Αντιφάτης.
Και ρώτησα και μου ‘παν κι έμαθα
τον τρόπο που επικράτησαν.
Αδιάφορα το είδαν,
αδιάφορα το δέχτηκαν
όλοι – σχεδόν όλοι –
και οι ντόπιοι και οι γείτονες και οι παραπέρα…
«Δε βαριέσαι, άλλος ένας περίεργος…άστον να λέει…λόγια είναι, τα λόγια δεν έβλαψαν ποτέ κανέναν…δικαίωμα εξάλλου αναπαλλοτρίωτο η ελευθερία του λόγου….». Και από τα λόγια, αργά και ανεπαίσθητα, οι ιδέες τους πιάσανε τόπο, και η ιδεολογία τους έγινε η κυρίαρχη στον τόπο, έγινε έργο, και άλωσαν τη χώρα, αλλοτρίωσαν το πνεύμα και την ψυχή των πολιτών της.
Και ρώτησα και μου ‘παν κι έμαθα,
Πως οι πολίτες αποχαυνωμένοι
καλοπερνούν
χωρίς φορολογίες, έγνοιες
και άλλα παρόμοια
άκρως ενοχλητικά,
μιας και οι άρχοντες
(γίγαντες πελώριοι και δυνατοί),
για όλα φροντίζουν.
Πως το ιερατείο, απολαμβάνει μακάρια τα προνόμιά του,
και ανενόχλητο
δεν ενοχλεί.
Πως οι δικαστές,
που προώθησαν στην εξουσία τους Λαιστρυγόνες,
ανενόχλητοι και ευνοημένοι,
δεν ενοχλούν,
και πως οι άρχοντες ένα μόνο ζητούν
και απαιτούν:
Κάθε τόσο
Τα παιδιά των ανθρώπων να μαζεύουν
και να διαλέγουν,
να επιλέγουν
ποιά απ’ αυτά θα φάνε,
και με ποια θα «διασκεδάσουν»…,
- μιας και επιμελώς απ’ όλους έκρυψαν
ότι οι Λαιστρυγόνες Γίγαντες
είναι ανθρωποφάγοι, παιδοφάγοι -.
Κι έτσι το γκρίζο χρώμα, το φαιό,
παντού απλώθηκε…
Και ξύπνησα και άκουσα και έμαθα
ότι σε μια από τις Κάτω χώρες
Λαιστρυγόνες – παιδοβάτες,
καιροφυλακτούν
να μας αλώσουν,
και να χορτάσουν τη λαγνεία τους
με σάρκες παιδικές.
Φόβος δεν με κατάλαβε
Μόνο η επιθυμία για αντίσταση.
Και συ Κοινωνία,
«Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μεν' η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβαλείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.»
Κ. Καβάφης
πηγη