.

Σάββατο 1 Μαΐου 2010

ΔΙΔΑΣΚΟΥΝ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΣΤΟ ΧΑΡΛΕΜ


Διδάσκουν Ελληνικά στο Χάρλεμ
Μια φλογερή Ελληνοαμερικανίδα διευθύντρια, η Πένι Παναγιωσούλη, καθιέρωσε τα ελληνικά ως μοναδική δεύτερη γλώσσα, σε πρότυπο δημόσιο σχολείο στο οποίο φοιτούν παιδιά από διάφορες μειονότητες

Η ιστορία της αναγέννησης του δημόσιου σχολείου KAPPA IV του Χάρλεμ, θα μπορούσε σίγουρα να αποτελέσει σενάριο για κινηματογραφική ταινία, όπως η κλασική πιά “Lean on Me”. Μπορεί στην περίπτωση του KAPPA IV να μην υπάρχει το δράμα, η συνωμοσία κι πλοκή της γνωστής ταινίας, όμως αποτελεί ένα ακόμη παράδειγμα, πως χάρη στη σκληρή εργασία μιάς γυμνασιάρχου, τη συστράτευση των καθηγητών και την ενθάρρυνση των μαθητών, ένα δημόσιο σχολείο κατορθώνει να βρεί το δρόμο του και να κατακτήσει υψηλά ακαδημαϊκά επίπεδα. Το πλέον ενδιαφέρον ωστόσο στοιχείο, για μας τους Έλληνες, είναι πως η διευθύντρια του δημόσιου αυτού σχολείου είναι η Ελληνοαμερικανίδα, Πανωραία Παναγιωσούλη και το κυρίαρχο στοιχείο του είναι η διδασκαλία των Ελληνικών ως η μόνη ξένη γλώσσα. Το σχολείο είναι ενδιάμεσο, δηλαδή καλύπτει τις τάξεις 6 - 6. Φοιτούν περί τα 300 παιδιά, στην συντριπτική τους πλειοψηφία παιδιά μειονοτήτων. Το σχολείο στεγάζεται σ’ ένα εντυπωσιακό κτίριο του Χάρλεμ, ακριβώς δίπλα από το Central Park. Είναι ένα από 4 μικρά σχολεία που συστεγάζονται εδώ και 3 χρόνια στο κτήριο, ως αποτέλεσμα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης που στόχευε στην δημιουργία μικρών σχολείων μοντέλων, που θα ενθαρρύνουν τους μαθητές. «Πριν 3 χρόνια με προσέγγισε ο Τζον Ελρόυ, που διευθύνει ένα μη κερδοσκοπικό οργανισμό που προσφέρει βοήθεια σε σχολεία και με βολιδοσκόπησε αν θα με ενδιέφερε να ανοίξω ένα σχολείο για μαθητές 6ης – 8ης τάξης», μας είπε η διευθύντρια Πένι Παναγιωσούλη. «Ήμουν θετική και μπορώ να πω ότι μου δόθηκε η διεύθυνση εν λευκώ. Ξεκινήσαμε με μία μόνο τάξη που είχε 88 μαθητές, οι οποίοι φέτος αποφοιτούν και κάθε χρόνο προστίθετο μία τάξη». Όπως μας εξηγεί, αυτό που ήθελαν οι προϊστάμενοί της, ήταν να δημιουργηθεί ένα επιτυχημένο σχολείο – μοντέλο για τα παιδιά του Χάρλεμ. Έτσι, αποδεχόμενη την πρόταση, άρχισε να επισκέπτεται διάφορα άλλα σχολεία, ψάχνοντας και μελετώντας τα συστατικά της επιτυχίας τους. «Σε ορισμένα σχολεία ανακάλυψα ότι μελετούσαν Λατινικά. Κι ήταν πράγματι υπερήφανοι οι μαθητές γιατί μπορούσαν να διαβάσουν και να εξηγήσουν κείμενα γραμμένα στα Λατινικά. Όταν ρώτησα, γιατί παίρνουν μαθήματα Λατινικών, μου απάντησαν ότι πρόκειται για μία σπουδαία γλώσσα και πως παράλληλα αυτό τους βοηθά να βελτιώσουν τη βαθμολογία τους στις εξετάσεις SAT και να εισαχθούν σε καλύτερα σχολεία». Η Πένι Παναγιωσούλη, κόρη του Ελληναμερικανού λογοτέχνη Γαβριήλ Παναγιωσούλη, λάτρη της ελληνικής γλώσσας και ένθερμο υποστηρικτή της, ήξερε πως αν τα λατινικά μπορούσαν να βοηθήσουν τα παιδιά να βελτιώσουν το λεξιλόγιό τους και τη βαθμολογία τους, τα ελληνικά θα μπορούσαν να επιτύχουν πολύ περισσότερα, αφού οι λέξεις της αγγλικής γλώσσας που έχουν ελληνική ρίζα, είναι πολύ περισσότερες. «Αν τα λατινικά μπορούν να βοηθήσουν τους μαθητές, τότε το ίδιο, ή και περισσότερα θα μπορούσαν να κάνουν τα ελληνικά, ιδίως όταν θα μπορούσαμε πέραν αυτής καθ’ αυτής της γλώσσας, θα μπορούσαμε να εστιάσουμε τη διδασκαλία και στον πολιτισμό. Και βοηθώντας τους μαθητές να κατανοήσουν από που προέρχονται οι αρχές της δημοκρατίας». Όταν η Πένι Παναγιωσούλη αποφάσισε να προχωρήσει με τη διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας, κανείς από τους υπεύθυνους δεν της το αρνήθηκε. Άρχισε να ψάχνει αμέσως για δασκάλα Ελληνικών και καθώς τα παιδιά της φοιτούσαν στο Ελληνοαμερικανικό Ινστιτούτο του Μπρονξ, η πρώτη δασκάλα που δίδαξε στο KAPPA IV ήλθε απ’ εκεί. Η Πένι Παναγιωσούλη παραδέχεται ότι πηγή έμπνευσης του εγχειρήματός της ήταν ο πατέρας της, για τον οποίο μιλά με υπερηφάνεια. Η Όλγα Ζήση, καθηγήτρια θεάτρου στο City College του Πανεπιστημίου Νέας Υόρκης, που προσφέρει εθελοντικά τις υπηρεσίες της στο σχολείο, εξηγεί πως δύο φορές την εβδομάδα οι μαθητές διδάσκονται γραμματική, Ελληνικό λεξιλόγιο και διαλόγους. Τα παιδιά αποκτούν τη δυνατότητα βασικής επικοινωνίας στα ελληνικά, που θα τους χρησιμεύσει στις καθημερινές τους ανάγκες. Πως θα παραγγείλουν σ’ ένα εστιατόριο, πως θα ζητήσουν πληροφορίες σ’ ένα μουσείο και άλλες στιγμές της καθημερινότητας. Ωστόσο, καθώς τα Ελληνικά αποτελούν μεγάλο μέρος της επιστημονικής ορολογίας, σε κάθε μάθημα αναλύονται οι Ελληνικές ρίζες φράσεων.

ΟΙ ΟΡΝΙΘΕΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ
Για το σχολείο – όπως και τα περισσότερα αμερικανικά σχολεία – αποτελεί παράδοση να ολοκληρώνεται το σχολικό έτος με μία θεατρική παράσταση για την οποία οι μαθητές ξοδεύουν σημαντικό μέρος του χρόνου τους. Φέτος, τη θεατρική διδασκαλία έκανε η Όλγα Ζήση, που επέλεξε το έργο του Αριστοφάνη «Οι Όρνιθες». «Μίλησα στους μαθητές για τον Αριστοφάνη και το έργο του, συζητήσαμε διάφορα θεατρικά έργα του και τελικά οι ίδιοι οι μαθητές έκαναν την επιλογή», μας είπε η Όλγα Ζήση. Όπως μας εξήγησε, έγινε ανάγνωση του έργου στα ελληνικά και στα αγγλικά και στη συνέχεια οι μαθητές άρχισαν να αυτοσχεδιάζουν τις διάφορες σκηνές, αποδίδοντάς τες με τα δικά τους λόγια. Στο τελικό στάδιο, του αυτοσχεδιασμού, δύο από τους μαθητές ανέλαβαν να φτιάξουν το έργο σε ρήμα και η απόδοση έγινε σε ρυθμό ΡΑΠ.
«Η ιστορία λαμβάνει χώρα στην αυλή του σχολείου, με τα παιδιά να προσπαθούν να παίξουν μπάσκετμπολ, όμως αρχίζουν να μαλώνουν, επειδή κάποιοι απ’ έξω θέλουν τα τους βάλουν να κάνουν αυτό που θέλουν. Τελικά, τα παιδιά λένε, γιατί να μην κάνουμε τους Όρνιθες, που μάθαμε στην τάξη των ελληνικών. Κάποιος λοιπόν αναλαμβάνει να σκηνοθετήσει το έργο, κάποιος συνθέτει τη μουσική, άλλοι αναλαμβάνουν τους ρόλους, κι αρχίζουν να παίζουν το έργο στην αυλή του σχολείου, κάτι σαν ανοιχτή πρόβα-παράσταση, σα να παίζουν στον ελεύθερο χρόνο τους. Το έργο αποδίδεται κατά το ήμισυ στην ελληνική και στην αγγλικά. Χρησιμοποιήθηκε η αυθεντική μουσική του Μάνου Χατζηδάκη, από την ιστορική παράσταση του Κάρολου Κουν, που σάρωσε όλα τα βραβεία. Τη χορογραφία τη δίδαξε η κ. Ζήση. Η Πολέτ Τόμας, που συμμετέχει στο χορό, αποδίδει ορισμένα λόγια στα Ελληνικά και είναι ενθουσιασμένη γιατί το έργο στο οποίο συμμετέχει ανήκει σε ένα από τα μεγαλύτερα της ανθρωπότητας. Η δεκατετράχρονη Maxine Torreja κατάγεται από τις Φιλιππίνες. Μας λέει στα Ελληνικά πόσο της αρέσει η Ελληνική γλώσσα. Συμμετέχει στο έργο ως επικεφαλής της ομάδας που φροντίζει για τα κουστούμια και τη σκηνή. Λίγες μέρες μετά τη συνέντευξή μας, τα παιδιά παρουσίασαν τη δουλειά τους στο Σταθάκειο Ίδρυμα, αφήνοντας άναυδους τους λίγους που την παρακολούθησαν.

ΠΗΓΗ: http://www.greeknewsonline.com/ (Για όσους θέλουν να διαβάσουν όλο το άρθρο)

Μπράβο στην Ελληνίδα που δείχνει τον δρόμο στην δική μας Υπουργό Πολιτισμού που δεν έχει καταφέρει ούτε ένα άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου να τοποθετήσει στην Αθήνα.(Γιατί, οι προηγούμενοι έκαναν τίποτα;) Τα ακούτε κυρία Υπουργέ; Βέβαια αν τα ακούγατε θα κάνατε κάτι και θα απαντούσατε στις επιστολές που σας στέλνουν σχετικά με το θέμα.

Ε-ΡΟΔΙΟΣ